Είχα πάει ένα γρήγορο ταξίδι μέχρι την Μαδρίτη για δουλειά...
μού
αρέσει πολύ αυτή ή πόλη και έτσι άφησα λίγο χρόνο να την περπατήσω πάλι και να
την χαρώ.
Είχα μαζί μου την φίλη και συνάδελφό μου την Λιάνα πού ερχόταν
πρώτη φορά στην Μαδρίτη και ήταν πολύ ενθουσιασμένη
«Άντε τελείωσες το πρωινό σου να βγούμε έξω να περπατήσουμε και
φυσικά να κάνουμε τρελό shopping?»
«Περίμενε παιδάκι μου να τελειώσω τον καφέ μου και φύγαμε, έχουμε
χρόνο»
«Μα το βράδυ πετάμε...»
«Ναι, αλλά στις 2 το πρωί, δηλαδή αύριο ουσιαστικά, έλα τέλειωσα
φύγαμε»
Μέσα σε πολύ ενθουσιασμό ξεκινήσαμε την βόλτα μας στην πόλη. Ωραία σοκάκια,
μεγάλες πλατείες, πολλά μαγαζιά, πανέμορφα καφέ, περπατήσαμε ούτε πού ξέρω πόση
ώρα ώσπου…
«Τί λές, καθόμαστε για έναν καφέ, δεν με κρατάν τα πόδια μου και
ακόμα δεν ψωνίσαμε και τίποτα» μου λέει η Λιάνα
«Φυσικά, αλλά όχι για καφέ 12,30 αλλά για μια κρύα σαγκρία, τί λές?»
«Αχ ναι κάτι κρύο είναι ότι πρέπει…»
Μας ήρθε η κανάτα με την υπέροχη σαγκρία και ένα πιάτο με νόστιμα
αλλαντικά»
Έχουν φανταστικά αλλαντικά στην Μαδρίτη και χαλαρώναμε πίνοντας το
ποτό μας και κάνοντας ένα τσιγαράκι ώσπου το μάτι μου έπεσε σε ένα μικρό
μαγαζάκι στην άκρη της πλατείας
«Ωραίο φαίνεται να πάμε να δούμε τί είναι μόλις τελειώσουμε, τί
λές?»
«Ναι, το είδα και εγώ και θα στο έλεγα», μου είπε η Λιάνα
Τελειώνοντας το κρασί μας πήγαμε προς το μικρό μαγαζάκι. Είναι υπέροχα
στολισμένο και... μμμμ κλείνουν την είσοδο του κάτι τεράστιες πλάτες...
«Goodmorning», λέω χαμογελώντας ευγενικά και γυρίζει ένας
πανέμορφος, πανύψηλος, καστανός μακρυμάλλης άνδρας με ένα τόσο φωτεινό χαμόγελο
πού έμεινα άφωνη
«Goodmorning», απαντά ευγενικά
«Τί όμορφος», λέει η Λιάνα
«Ναι…», απαντώ σαν χαμένη, είναι ο ωραιότερος άνδρας πού έχω δεί
«Πολύ ευχαριστώ…», μάς λέει με σπασμένα αλλά σωστά ελληνικά, χαμογελώντας
πάντα
Μένουμε άφωνες...
«Μιλάτε ελληνικά?»
«Ω ναι, έχω ζήσει στην Ελλάδα πέντε χρόνια, στην Σαντορίνη, έχω και
εκεί μαγαζί, παρακαλώ περάστε…»
Μπήκαμε στο πιο όμορφο,
μυρωδάτο μαγαζί που είχα δεί ποτέ μου, σε ένα υπέροχο μικρό αρωματοπωλείο
«Κουκλίστικο είναι, έχετε όλα τ’ αρώματα?»
«Φυσικά, τί θα θέλατε?»
Ενώ η Λιάνα έλεγε την παραγγελία της, εγώ είχα μαγευτεί από τον
χώρο και φυσικά τον καταπληκτικό ιδιοκτήτη του, ενώ τον έπιασα να με κοιτά
αρκετές φορές
«Θα μείνετε καιρό?»
«Δυστυχώς απόψε γυρνάμε πίσω… ήρθαμε για κάποια δουλειά», είπε η
Λιάνα
«Κρίμα και έλεγα να σας πάω το βραδάκι για φαγητό, τί ώρα πετάτε?»
«Στις 2 το ξημέρωμα…», είπα διστακτικά
«Ε, μα τότε έχουμε χρόνο…» και πριν προλάβει να τελειώσει η Λιάνα
λέει
«Ωραία πάμε για τ’ άλλα μας ψώνιά και τί ώρα να’ ρθουμε να σας
πάρουμε?»
«Μμμμ να πούμε στις 7, θα’ χετε τελειώσει…» και με κοιτάει στα
μάτια μ’ ένα τεράστιο χαμόγελο
«Φυσικά, τα λέμε στις 7, τί χρωστάω?»
«10ευρώ, στις 7 λοιπόν, εσείς τί άρωμα φοράτε?»
«Α, ναι Σανέλ Νο 5…», σάς πάει πολύ, επιτρέψτε μου και μού δίνει σε
λίγα λεπτά το άρωμά μου
«Πόσο κάνει?»
«Ένα φιλί…» και πριν προλάβω να αντιδράσω με αγκαλιάζει και με
φιλάει....
Θεέ μου τί φιλί!!!
«Στις 7 λοιπόν σάς περιμένω, φιλάς φανταστικά σενιόρα!»
«Ε, τί άλλο να σας πω? Α, ναέ καλό μας Πάσχα. Τα ευκόλως εννοούμενα
παραλείπονται!!!