Ένα βιβλίο που «μυρίζει
πατρίδα», γεμάτο εικόνες και συναισθήματα...
μα και μια συγγραφέας που λατρεύει την πατρίδα μας, ήρθαν να μας ταξιδέψουν
εκεί που η αγάπη γράφει τη δική της ιστορία, με πρωταγωνιστές ανθρώπους «κοινούς»,
αλλά αληθινούς…
Ένας
λαϊκός μύθος, μια ιστορία που σε καθηλώνει, είναι αυτό σας το βιβλίο. Τι ήταν
αυτό που σας οδήγησε να το γράψετε;
Κατ’ αρχή να σας διορθώσω, το κύριο
έναυσμα του βιβλίου δεν είναι μύθος, αντίθετα σαν ιδέα είναι παρμένο από μια
άκρως αληθινή ιστορία άσχετα αν εγώ το πήρα μετά και λογοτεχνική αδεία-
ποιητική αδεία είναι το σωστό αλλά μια και στην περίπτωση μας μιλάμε για
λογοτεχνία το παραποίησα- το έπλασα όπως με οδήγησε το μολύβι μου- πάλι λάθος,
το πληκτρολόγιο είναι το σωστό αλλά για το συγγραφικό ρομαντισμό αναφέρθηκα σε
μολύβι-. Όσο για το τι με έσπρωξε τώρα να κάνω όλο αυτό το «ταξίδι» στο παρελθόν, οι λόγοι είναι πολλοί,
και ο σημαντικότερος νομίζω είναι η επιθυμία μου να ζήσω πάλι, έστω και μέσα
από μνήμες, τις γλυκές παιδικές στιγμές
που ζούσα τότε στο χωριό καθώς η γιαγιά μου, μου διηγιόνταν την ιστορία της
κόρης του παπά και με καθήλωνε. Έπειτα,
όποιος διαβάσει το βιβλίο θα καταλάβει διαμιάς πως από μακριά «μυρίζει
πατρίδα», κι εγώ ως γνωστόν τη λατρεύω την πατρίδα μου. Ακόμα όπως θα
διαπιστώσατε κι εσείς διαβάζοντας το εμπεριέχει στοιχεία της κρητικής
παραδοσιακής κουλτούρας που κατά τη γνώμη μου δεν πρέπει να χαθούν, μια και
λαός που δεν διαθέτει παρελθόν δεν έχει προϋποθέσεις ούτε για μέλλον. Μα κι
ένας ακόμα σημαντικός λόγος της γραφής τούτου του βιβλίου, είναι η ακράδαντη
πεποίθηση μου να αποδείξω την δύναμη της αγάπης… η αγάπη όταν υπάρχει είναι
τόσο, μα τόσο αφάνταστα δυνατή που, όσο κι αν ακούγεται απίθανο, μπορεί ως
ακόμα και να νικήσει τον ενεστώτα χρόνο και να περάσει σε άλλες διαστάσεις.
Πραγματικά
μέσα σ’ αυτό το βιβλίο διαπραγματεύεστε ένα δύσκολο θέμα, τη δύναμη της αγάπης,
όπως σωστά είπατε, μα και της «σκληρότητας» των ρόλων. Πως ισορρόπησαν μέσα σας
αυτά τα δύο και πως αποδόθηκαν με τόση φυσικότητα στο χαρτί;
Μα δεν νομίζω να έκανα κάτι παραπάνω από
ό,τι κάνουμε όλοι μας καθημερινά… που παλεύουμε δηλαδή στη ζωή μας συγχρόνως με
το καλό και το κακό, αρχής γενομένης από τον εαυτό μας. Γιατί τι άλλο είναι η
ζωή πέρα από ένα παιχνίδι που παίζεται ταυτόχρονα από δυο κορυφαίους
πρωταγωνιστές, την αγάπη, η αλλιώς αν θες την λες και καλοσύνη, και την κακία,
ή αλλιώς αν θες την λες και σκληρότητα, την λες και μίσος, μ’ ένα σωρό ονόματα μπορείς να την αποκαλέσεις.
Ακολούθησα λοιπόν την καθημερινότητα και ισορρόπησα τις λέξεις στο χαρτί.
Οι
ήρωες δείχνουν να είναι «συμβατοί» με το έργο, μα και πολύ οικείοι για τον
αναγνώστη. Η δύναμη της αλήθειας είναι όμως;
Οι ήρωες μου ναι, θαρρώ κι εγώ πως είναι
οικείοι για τους αναγνώστες γιατί οι περισσότεροι σχεδόν Έλληνες έχουν κι από
ένα χωριό, κι εκεί στο χωριό έχουν κι από ένα παππού ή μια γιαγιά, ή έστω αν δεν τους έχουν τώρα τους είχαν
κάποτε, οπότε όλα όσα θα διαβάσουν λίγο ή πολύ τους είναι γνώριμα. Για τη
δύναμη της αλήθειας τώρα τι να σας πω, εξαρτάται από ποιο πρίσμα βλέπει ο
καθένας το θέμα.
Η
γιαγιά λοιπόν, είναι η «ψυχή» της σύλληψης της ιδέας. Θα μπορούσε ακόμα και
σήμερα να αποτελέσει το κίνητρο για έναν συγγραφέα που ξέρει να σέβεται την
«ιερότητα» της πηγής έμπνευσής του;
Πάντα η μάνα και η
γιαγιά θα αποτελούν πηγή έμπνευσης και κίνητρο για ένα συγγραφέα μια και μάνα,
και ειδικά γιαγιά που συνήθως δεν την έχουμε για πολλά χρόνια κοντά μας,
σημαίνουν παιδικότητα… και παιδικότητα σημαίνει αθωότητα! Μάνα και γιαγιά,
ιερές λέξεις που συνήθως δεν τις αξιολογούμε στο πραγματικό τους μέγεθος επειδή
ίσως και αυτό που αντιπροσωπεύουν να το θεωρούμε δεδομένο… ας λάβουμε υπόψη μας
όμως πως τίποτα γύρω μας δεν είναι δεδομένο και καλό είναι να μην ξεχνάμε να
λέμε και κανένα ευχαριστώ για ό,τι μας δίνεται.
Ο τόπος μας είναι γεμάτος μύθους και λαϊκές παραδόσεις.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για το μέσο αναγνώστη να ταυτιστεί με αυτές και να
μεταδώσει αυτόν «μας» τον πλούτο;
Αρκεί να θέλει και
είναι πανεύκολο! Έχουν τόση υπερεπάρκεια μέσα τους όλες αυτές οι λαϊκές
παραδόσεις που κατά την ταπεινή μου άποψη εμπεριέχουν ολάκερη τη σοφία του
κόσμου μέσα στην απλότητα τους.
Γιατί, όπως είπε και
ο μεγάλος Έλληνας λογοτέχνης Γρηγόρης Ξενόπουλος «η δυσκολία χαλά την εντύπωση,
γι’ αυτό κι εγώ γράφω για να μπορεί να
με διαβάζει τόσο ο επιστήμονας όσο και η μοδιστρούλα» είπε και ο νοών νοείτω…
Ας καταλάβουμε όλοι
πως η σοφία του κόσμου δεν κρύβεται ούτε μέσα σε ασήκωτους τόμους ούτε μέσα σε
βαρύγδουπες λέξεις, καμιά φορά μάλιστα αρκεί μόνο να ανοίξεις τα μάτια σου για
να δεις τον ήλιο και να τεντώσεις τα αυτιά σου για να ακούσεις το κελαΐδισμα
των πουλιών, να αφουγκραστείς το φλοίσβο των κυμάτων ή τις δονήσεις της
γης για να την ανακαλύψεις.
Πείτε
μου έναν λόγο, που θα παρότρυνε τον αναγνώστη, να διαβάσει αυτό σας το βιβλίο.
Στη συγκεκριμένη σας ερώτηση θα απαντήσω
με το μήνυμα που μου έστειλε μια αναγνώστρια που διάβασε το βιβλίο.
Μου έγραψε λοιπόν «αυτό το βιβλίο
επιβάλλεται να υπάρχει σε κάθε ελληνικό σπίτι», έτσι μου έγραψε.
Τώρα γιατί το έγραψε αυτό θα το
καταλάβουν ίσως μονάχα εκείνοι που θα το διαβάσουν.
Σας ευχαριστώ!
Παύλος
Ανδριάς
Δημοσιογράφος
– Συγγραφέας