Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016

Ζωή σε χρώμα κόκκινο...


Έμεινε μόνη να κοιτάζει το λόφο από χώμα που έκρυβε από κάτω του εκείνον που...
υπήρξε έρωτας μα και τύραννός της μαζί. Με αργές κινήσεις, έβγαλε το μαύρο φουλάρι από το λαιμό της και άρχισε να το κόβει σε λουρίδες.
«Ένα για σένα… ένα για μένα… ένα για μας….», επαναλάμβανε.
Αχ, καημένη μου, τι σε βρήκε και σένα! μια παρηγοριά που ηχούσε ψεύτικη.
Πώς να ζήσεις δίχως εμένα; Μέσα στο αίμα σου κυλάω, τα λόγια εκείνου, γεμάτα αλαζονική σιγουριά.
Νομίζουν όλοι ότι έζησα…., συλλογίστηκε. Αν βέβαια είναι ζωή να χαμογελάς, για να μη δει εκείνος ότι υποφέρεις… να κάθεσαι μπροστά στον καθρέφτη και να μιλάς στον εαυτό σου γιατί… γιατί αλλιώς θα τρελαθείς… να περιμένεις ν’ ακούσεις το κλειδί στην πόρτα με τόση λαχτάρα και να μην το ακούς… τόση μοναξιά… και…
Τίναξε το κεφάλι της. Όχι, δεν υπήρχε ούτε χώρος ούτε χρόνος για σκέψεις πλέον.
«Ε ναι λοιπόν, μάτια μου...!», είπε δυνατά. «Εγώ θα ζήσω κόντρα σε ταμπέλες και ετικέτες με συντροφιά έναν άνεμο αλήτη και τη ζωή μου θα χτίσω σε χρώμα κόκκινο… όπως εγώ ονειρεύτηκα θα ζήσω…!!»
Με μια απότομη κίνηση έβγαλε το μαύρο της παλτό και το πέταξε πάνω στο φρεσκοσκαμμένο τάφο.
«Για να σε ζεσταίνει τις νύχτες…!» είπε.
Έφυγε δίχως να κοιτάξει πίσω της. Κι όπως κατέβαινε το μονοπάτι, ο αέρας ανέμιζε τα μαλλιά της και το μακρύ κόκκινο φόρεμά της.

Copyright, Σμαραγδή Μητροπούλου, 2016