Το μικρό φλιτζανάκι που της πρόσφερε...
τον καφέ έμοιαζε με έργο
τέχνης. Το είχε βρει μέσα στο ντουλάπι που τα φυλούσε η κυρά Νικολίτσα η γιαγιά
του. Πόσους και πόσους καφέδες δεν θα είχε προσφέρει με αυτό το φλιτζάνι που
στις δόξες του ήταν αντικείμενο αξίας. Η Χλόη παρατηρούσε τον Μάνο που της
εξιστορούσε την ιστορία του σετ φλιτζανιών.-Τα είχε φέρει ο παππούς μου σε ένα ταξίδι του. Μάλλον ήταν ακριβά αλλά τότε δεν είχαν πρόβλημα οικονομικό.
Η κοπέλα τον κοιτούσε στο χείλη μήπως και χάσει καμιά κουβέντα του. Έπειτα, θυμήθηκε την φράση που εκείνος της είπε πριν από λίγα λεπτά… Φίλη μου…
- Μανώλη με θεωρείς φίλη σου; Απλά;
- Τι εννοείς Χλόη μου;
- Εννοώ ότι πριν από λίγο με αποκάλεσες φίλη…
- Είσαι φίλη αλλά…
- Αλλά…
- Αλλά ίσως και κάτι παραπάνω.
Δίχως να τελειώσει την φράση που ξεκίνησε και ίσως έλυνε τα χέρια της Χλόης που τόσο ήθελε να πέσει στην αγκαλιά του , τέντωσε το χέρι του να πιάσει το ξύλινο κουτί. Εκείνη ένιωσε απογοήτευση. Ένιωσε να χάνεται η ευκαιρία της. Δεν μίλησε όμως παρά έπραξε σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
- Να σε ρωτήσω, μάθαμε τι έχει αυτό το κουτί μέσα;
- Όχι της απάντησε κοφτά ενώ ταυτόχρονα την κοίταξε.
- Δεν θα ήθελες να μάθεις;
- Εννοείται, να τώρα θα προσπαθήσω να το ανοίξω.
Έφρυξε τα μικρό κουτί στα χέρια του και έμπηξε τα νύχια του στην ένωσε με το καπάκι, μετά από αρκετό κόπο και σφίξιμο που προκαλούσε τα γέλια στην Χλόη, κατάφερε και το άνοιξε. Μέσα υπήρχε μια παλιά ξεθωριασμένη φωτογραφία. Στην φωτογραφία η γιαγιά της Χλόης με την γιαγιά του Μάνου όπου η κάθε μια μπροστά της είχε το εγγόνι της ενώ τα δυο παιδιά κρατιόνταν από το χέρι.
Η Χλόη έβαλε τα γέλια. Μα καλά γιατί η Νικολίτσα κρατούσε αυτή την φωτογραφία κρυμμένη αναρωτήθηκε.
- Χλόη, την θυμάσαι αυτή την φωτογραφία;
- Όχι καθόλου.
- Τι όμορφη που είναι. Κοίτα τα μαλλιά σου…
- Ναι θα συμφωνήσω…
- Να, νομίζω κάτι θέλουν να μας πουν οι γιαγιάδες από τον άλλο κόσμο.
Άγγιξε απαλά το χέρι της και την τράβηξε κοντά του. Τα χείλη του είχαν την γεύση μέντας και η καθάρια ανάσα του της έδωσε το οξυγόνο που χρειάζονταν. Του ακούμπησε το πρόσωπο κα άρχισε να τον χαδεύει. Το φιλί τώρα ήταν γεμάτο πάθος . Ένιωθαν και οι δυο τόσο όμορφα.
Το ξύλινο κουτί λοιπόν έκρυβε το μυστικό του, όπως αρχικά είχαν φανταστεί και αυτό δεν ήταν άλλο από την αγάπη αυτών των παιδιών. Πήραν αυτό που ζητούσαν, μια ώθηση ώστε να αφεθούν. Ένας έρωτας κρυμμένος τόσα χρόνια στις καρδιές τους, απελευθερώθηκε και τους χάρισε την ευτυχία.
Της συγγραφέως Κατερίνας
Κονίτσα Σωπύλη