Ο σιδηρόδρομος Βόλου-Μηλεών, ή
το τρενάκι του Πηλίου, όπως είναι γνωστότερο, ή αλλιώς Μουντζούρης,
είναι ένα τρένο-τουριστικό αξιοθέατο των χωριών
του Πηλίου. Ο σιδηρόδρομος κατασκευάστηκε σε δύο στάδια,
μεταξύ του 1894 και
του 1903.
Αποτέλεσε για 80 χρόνια,
σημείο αναφοράς για την περιοχή. Στις μέρες μας, το τρενάκι...
Η εταιρεία Σιδηρόδρομοι
της Θεσσαλίας υπέγραψε συμβόλαιο με το Ελληνικό Δημόσιο, το 1895, για την
κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής, η
οποία θα ένωνε το Βόλο,
με τις ακτές του Παγασητικού κόλπου, και αυτές με τη Λάρισα, την Καρδίτσα, τα Τρίκαλα και την Καλαμπάκα. Η γραμμή θα είχε πλάτος 60 εκατοστά. Ο Ιταλός μηχανικός Εβαρίστο ντε Κίρικο (πατέρας
του ζωγράφου Τζόρτζιο ντε Κίρικο) ανέλαβε το σχεδιασμό και
την επίβλεψη των έργων στην περιοχή του Πηλίου. Το Δεκέμβριο του 1896, ξεκίνησαν οι
εργασίες χάραξης και κατασκευής της γραμμής Βόλου-Λεχωνίων, η οποία
εγκαινιάστηκε τον Οκτώβριο του 1897. Η γραμμή αυτή είχε
μήκος 13 χιλιόμετρα και στηριζόταν πάνω στην πρώτη σιδερένια γέφυρα στην Ελλάδα από οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν αρμέ) (στο ύψος του χειμάρρου του Βρύχωνα, λίγο έξω από τα
Λεχώνια).
Τον Ιούλιο του 1903, η γραμμή επεκτάθηκε έως τις Μηλιές, με απόφαση, που είχε παρθεί τρία
χρόνια νωρίτερα (1900) και
είχε μήκος 16 χιλιόμετρα (δηλαδή, 29 χιλιόμετρα συνολικά).
Το έργο αυτό, χρειάσθηκε αρκετά μεγάλο διάστημα,
για να υλοποιηθεί, καθώς ήταν αναγκαία η ανοικοδόμηση εννέα πέτρινων
γεφυριών (δίτοξων, τρίτοξων, τετράτοξων και μιας πεντάτοξης), μιας μεταλλικής και πολλών τοίχων αντιστήριξης, δύο σηράγγων, αντερεισμάτων και εναέριων πεζογεφυρών.
Η μεταλλική γέφυρα, ονομάζεται, τώρα πια, "Γέφυρα ντε Κίρικο"
(προς τιμήν του σχεδιαστή της), βρίσκεται στο ύψος του χειμάρρου Ταξιάρχη και
έχει την ιδιομορφία της καμπύλωσης της γραμμής στον ευθύγραμμο δρόμο. Η αρχιτεκτονική των έργων αυτών, ήταν άρισταεναρμονισμένη με την άγρια φύση της
περιοχής. Οι εργάτες, οι οποίοι συνεισέφεραν στο χτίσιμο είχαν καταγωγή
είτε από το Πήλιο, είτε από την Ιταλία.
Το τροχαίο υλικό αποτελείτο,
αρχικά, από τρεις ατμομηχανές Hagans, στις οποίες
προστέθηκαν, το 1903, πέντε βελγικές. Σήμερα το τρενάκι αποτελείται από τις δύο παλιές
του ατμάμαξες, ξύλινα βαγόνια με εξώστες και δύο ντηζελάμαξες οι
οποίες αποκτήθηκαν από τον ΟΣΕ το 2000 και έλαβαν την
αρίθμηση ΔΑ 1 και ΔΑ 2.
Μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι ο όρος, ο
οποίος τέθηκε στο συμβόλαιο με την εταιρεία Σιδηρόδρομοι της Θεσσαλίας: η
εργολάβος εταιρεία ήταν υποχρεωμένη να επισκευάζει ό,τι ζημιά πάθαιναν τα
χωμάτινα μονοπάτια από
τα μουλάρια, τα οποία κουβαλούσαν υλικά, με αντάλλαγμα την
ελεύθερη βοσκή των ζώων αυτών
στα χωράφια των ντόπιων.
Αποτέλεσμα αυτής της συμφωνίας ήταν η δημιουργία των λεγόμενων καλντεριμίων.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ο γερμανικός στρατός χρησιμοποιούσε
το συρμό για μεταφορές.
Κατά την αποχώρησή τους, οι Γερμανοίανατίναξαν ένα μεγάλο μέρος του τροχαίου υλικού, ζημιά
η οποία αποκαταστάθηκε.
Το τρενάκι κατάφερε να ενώσει το
πολυσύχναστο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο του Βόλου, με το εύφορο και ταχύτατα
αναπτυσσόμενο, τότε, δυτικόΠήλιο, ενώ
βοήθησε και το ανατολικό Πήλιο, ως προς την ανάπτυξη και τις
συγκοινωνίες του. Έως το 1950, ο συρμός εξυπηρετούσε τις ανάγκες αστικής συγκοινωνίας της
πρωτεύουσας του νομού Μαγνησίας. Ωστόσο, η ανάπτυξη του
τοπικού οδικού δικτύου κατά
τη δεκαετία του '60, σε συνδυασμό με την αύξηση
της κυκλοφορίας σε κεντρικά σημεία του Βόλου, τα οποία διέσχιζε ο συρμός,
επέφερε την απαξίωσή του, ως μεταφορικό μέσο, μέχρι που τέθηκε εκτός
λειτουργίας την 1η Αυγούστου του 1971. Αυτό οδήγησε τους
ντόπιους να καταβάλουν τεράστιες προσπάθειες, για την επαναλειτουργία του, με
τη μορφή τουριστικού σιδηρόδρομου, ώστε να προβληθεί η φυσική ομορφιά της
περιοχής. Κατά τη δεκαετία του '80, ξεκίνησε να εμφανίζεται
περιστασιακά στην περιοχή. Το 1994, ο ΟΣΕ άρχισε εργασίες αποκατάστασης της γραμμής, ώσπου,
στις 25 Μαΐου του 1996 έκανε το πρώτο
επίσημο δρομολόγιο, 25 χρόνια, σχεδόν, μετά την απόσυρσή του.
Σήμερα, με τη βοήθεια της τοπικής κοινωνίας, ο
Μουντζούρης δε σταματά να ταξιδεύει στα χωριά του Πηλίου, με ταχύτητα 25 χιλιομέτρων την ώρα. Ο σιδηρόδρομος ξεκινά
από τα Λεχώνια και κάνει μια ολιγόλεπτη στάση στην Άνω Γατζέα.
Ακολουθούν: Αγία Τριάδα, Άγιος
Αθανάσιος Πινακάτων,Αργυρέικα και Μηλιές.
Η διεύθυνση της μηχανής αναστρέφεται χειροκίνητα και παίρνει φορά, για την
επιστροφή στα Λεχώνια, στο σταθμό των Μηλεών. Τη διαδικασία αυτή, μπορεί να τήν
παρακολουθήσει κανείς από την ειδική πλατφόρμα, η οποία
βρίσκεται στο άκρο του σταθμού. Η στάση στις Μηλιές διαρκεί μερικές ώρες.
Από εκεί, οι ταξιδιώτες μπορούν να πάρουν το
μονοπάτι (καλντερίμι), το οποίο οδηγεί στην κεντρική πλατεία του χωριού, όπου
και βρίσκεται το σπουδαιότερο κτίσμα του: ο Ναός των
Παμμέγιστων Ταξιαρχών, με τις εντυπωσιακές αγιογραφίες και το ξυλόγλυπτο τέμπλο του.
Ο Ναός των Ταξιαρχών έχει πολύ σημαντική ιστορική
σημασία, καθώς, την 7η Μαΐου του 1821, ο Άνθιμος Γαζής ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η σημαία αυτή,
βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Ψυχής Άκος, των
Μηλεών.
Τέλος, ένα ακόμη δρομολόγιο που εκτελείται, ξεκινά
από την παραλιακή και πολυσύχναστη Αγριά και φθάνει έως το χείμαρρο Άναυρο, όπου
είναι χτισμένη η προαναφερθείσα σιδερένια γέφυρα... (wikipedia)