Το
λεπτό της χέρι άγγιξε το παιδικό πρόσωπο...
Ώρα τώρα κάθονταν στο παγκάκι του
πάρκου και ο μικρός Κωνσταντής εξιστορούσε τις περιπέτειες του στο σχολείο.
Φαινόταν πραγματικά φορτισμένος. Ζούσε όλα εκείνα που περιέγραφε. Στην Δευτέρα
τάξη του δημοτικού όλα έμοιαζαν δύσκολα για το μικρό παλικαράκι.
-Η
ζωή δεν είναι εύκολη μικρέ μου πρίγκιπα, αυτό να θυμάσαι.
-Θεία
Βιολέτα γιατί με λες πρίγκιπα; Ρώτησε ξαφνιασμένος ο μικρός.
-Γιατί
είσαι το μονάκριβο παιδί του αδερφού μου , γιατί είσαι ο δικός μου πρίγκιπας
και ο πολυτιμότερος.
-Μα
θεία, υπάρχουν σήμερα πρίγκιπες;
Η
Βιολέτα χαμογέλασε, γύρισε το κεφάλι της προ το άλσος και το άφησε να χαθεί
ανάμεσα στις πελώριες φυλλωσιές. Πώς να εξηγούσε σε ένα μικρό παιδί, πως όποιον
αγαπάμε πολύ είναι για εμάς και πρίγκιπας και βασιλιάς; Σήκωσε πάλι το χέρι της
, τον έφερε κοντά στο στέρνο της και τον αγκάλιασε σφιχτά.
-Υπάρχουν,
και τους κάνει να υπάρχουν η αγάπη μας.
Το
αγοράκι ένιωσε ζεστασιά στην αγκαλιά της. Για λίγα δευτερόλεπτα δεν σάλεψε για
να μην χάσει αυτή την όμορφη αίσθηση που του χάριζε η χαρακτηριστική μυρωδιά
της θείας του. Δεν την έβλεπε συχνά και η παρουσία της πάντα του έφερνε χαρά. Ο
μπαμπάς του μιλούσε με πολύ γλυκά λόγια για την Βιολέτα την αδερφή του, που του
έλειπε πολύ, μιας και ζούσε στην Λευκάδα μόνιμα.
Σήκωσε
το κεφαλάκι του και την κοίταξε στα μάτια. Τα καστανά του ματάκια την γέμισαν
με ευτυχία.
-Θεία
μου, θέλω να μαζί σου να φτιάξω ένα παλάτι, είμαι πρίγκιπας άρα, πρέπει να έχω
ένα παλάτι.
-Και
θες να μείνουμε όλοι μαζί εκεί;
-Ναι
θέλω, για να μην φύγεις ποτέ ξανά….
Η
Βιολέτα βούρκωσε, της γύρισε μπούμερανκ η λαχτάρα που είχε να φωνάζει τον
Κωσταντή πρίγκιπα…. Τον αγκάλιασε και πάλι δίχως να του απαντήσει. Αγαπούσε
πολλή αυτό το μικρό αγγελούδι…
Συνεχίζεται….
Της
συγγραφέως Κατερίνας Κονίτσα Σωπύλη