Κατάλαβε
πως τα υπόλοιπα μέτρα για το κουτουκάκι της...
θα είναι και τα τελευταία. Βημάτιζε
σκυμμένη σιωπηλά αγκομαχώντας απ’ τα χρόνια ενώ ένας αρρωστημένος ιδρώτας
διαφέντευε τα σωθικά της. Βημάτιζε… Περισσότερο σέρνονταν αφού κάθε της κίνηση
μαρτυρούσε εγκεφαλική δυσλειτουργία και καρδιακή ανεπάρκεια. Κουβαλούσε σαν
τους παλιούς χαμάληδες στην κυρτή της πλάτη τα λιγοστά της ψώνια.
Το
αίμα ανάβλυσε ζωηρό στο σημείο που πριν από λίγο υπήρχε ο κρόταφός της απ’ τη
μεριά της καρδιάς. Έμεινε να χάσκει ακίνητη στο χώρο με το δεξί της μάτι καθώς
η βίαιη πτώση στο κράσπεδο έσπασε το ρουθούνι της και πλημμύρισε με κόκκινο
αφρώδες υγρό της φωτιάς το υπόλοιπο του προσώπου της. Σαν τη λευκή γραμμή σε
οθόνη που κλείνει μια μελαγχολική ταινία, σαν μια κάτασπρη ευθεία γραμμή
θανάτου που τέμνει το νήμα της ζωής, έτσι κατάφερε ν’ αγκαλιάσει την ύστατη
στιγμή την εικόνα με το μηχανάκι των επίδοξων ληστών που έφευγαν νικητές.
Τόσες
προσευχές για την προσέχει Αυτός… αναρωτήθηκε πριν «σβήσει», γιατί να λείπει σε
μια τέτοια στιγμή αδικίας…
Με την υπογραφή του συγγραφέα Ιωάννη Κασσή