Αριστομένης
Λαγουβάρδος
Στούς φτωχούς αλιά,που αργά το
βράδυ
περήφανοι βαθειά και σιωπηλοί,
δε χόρτασαν του μόχτου το ψωμί,
της ευτυχίας δε νιώσανε το χάδι...
Τις πίκρες τους απόγειραν ομάδι,
με δίχως ξάρτια τους βρήκαν οι
καιροί,
κι ούτ΄ένα φώς στη ψέυτρα απατηλή
τους ζήση, παντού σκοτάδι.
Στούς φτωχούς αλιά, που απ΄τη
μοίρα
Πήρανε ΄΄όξος και χολή΄΄,
του Ιωβ βαστούν τώρα την κλήρα.
Μα θάρθει η φέξη,θάρθει η αυγή,
του τροχού θε να γυρίσει η ρόδα,
κι΄όλα δε θαν σα χτές. Θα πέφτουν
ρόδα.
Από την συλλογή : "Καθώς κυλά το ρόδινο
ποτάμι." (apostaktirio)