Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Τ’ Αετώματα του ναού του Διός στην Ολυμπία

Της Ισμήνης Τριάντη


Ο γλύπτης Στέλιος Τριάντης στην αίθουσα των Αετωμάτων του Αρχαιολογικού Μουσείου,         Ολυμπίας, κατά τη διάρκεια των εργασιών των γλυπτών του ναού του Διός (1975)


Τη δεκαετία του '70 ήμουν νεοδιορισμένη αρχαιολόγος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ολυμπίας, με ειδικό έργο να παρακολουθήσω την επανέκθεση των αετωμάτων του ναού του Διός, για την οποία εργασία ήταν υπεύθυνοι ο τότε διευθυντής Αρχαιοτήτων Νίκος Γιαλούρης και ο γλύπτης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Στέλιος Τριάντης.
Η υπουργική απόφαση όριζε τα στάδια που έπρεπε να ακολουθηθούν. Πρώτα να γίνουν αντίγραφα γύψινα από τις μορφές στο παλιό μουσείο της Ολυμπίας, μετά να μεταφερθούν τα αγάλματα στο νέο μουσείο, στη συνέχεια να αποκολληθούν τα θραύσματα από τα οποία ήταν συγκολλημένη η κάθε μορφή, να αφαιρεθούν οι σιδερένιοι σύνδεσμοι της πρώτης αναστήλωσης και να αντικατασταθούν με νέους από ανοξείδωτο μέταλλο (το τιτάνιο δεν ήταν τότε σε χρήση, μιλάμε για τη δεκαετία του '70), να συγκολληθούν εκ νέου τα θραύσματα και να τοποθετηθούν στο νέο.
Σταθμός στην Ιστορία
Η προετοιμασία για όλες τις δράσεις είχε γίνει. Μεγάλοι ξύλινοι μπάγκοι είχαν τοποθετηθεί μέσα στην αίθουσα και ένας σιδερένιος πύργος με δύο σκέλη πιο ψηλά που πατούσαν στο πάτωμα και δύο πιο κοντά που ακουμπούσαν πάνω στο βάθρο των αετωμάτων. Πάνω στον πύργο στερεωνόταν το βαρούλκο, που χρησίμευε για την ανύψωση των αγαλμάτων και την τοποθέτησή τους στο βάθρο. Σε κάθε μπάγκο δουλευόταν μια μορφή. Το συνεργείο δεν ήταν μεγάλο. Περιελάμβανε παλιούς έμπειρους μαστόρους και νέους εκπαιδευόμενους, από την περιοχή.
Τα αετώματα της Ολυμπίας, όπως είναι σε όλους γνωστό, αποτελούν σταθμό στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής. Ανήκουν σε μια περίοδο μεταβατική, μετά την αρχαϊκή, τους κούρους δηλαδή και τις Κόρες, και πριν από την κλασική, δηλαδή τον Παρθενώνα. Το θέμα στο ανατολικό αέτωμα είναι ένας τοπικός μύθος: ο αγώνας μεταξύ του παλιού βασιλιά της Πίσας, Οινομάου, και του νεόφερτου ήρωα, του Πέλοπα, για την επικράτηση στην Ολυμπία. Στο δυτικό αέτωμα ένα θέμα πανελλήνιο, η Κενταυρομαχία, παρουσιάζει μια πρωτοτυπία, ότι η μάχη Λαπιθών και Κενταύρων λαμβάνει χώρα παρουσία του Απόλλωνα. Τα γλυπτά του ναού σώθηκαν γιατί, ύστερα από ένα σεισμό κατά τον οποίο έπεσε ο ναός, θάφτηκαν στη λάσπη των ποταμών Κλαδέου και Αλφειού οι οποίοι πλημμύρισαν και έμειναν θαμμένα για1.300 περίπου χρόνια.
Όλες αυτές οι μορφές διαλύθηκαν στα κομμάτια από τα οποία απαρτιζόταν η καθεμία. Άνθρωποι απορροφημένοι στη συγκεκριμένη εργασία της αποκόλλησης των κομματιών, άλλοι που κινούν τα μηχανήματα, τα θραύσματα των γλυπτών πάνω στους μπάγκους είναι εικόνες που έχουν εντυπωθεί για πάντα στο μυαλό μου.
Παράλληλα με το τεχνικό έργο γινόταν η ενημέρωση για την ιστορία του κάθε γλυπτού και του κάθε κομματιού που είχαν πίσω τους 100 χρόνια βιβλιογραφία, από το 1874 που άρχισε η ανασκαφή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Ολυμπία. Από τις δημοσιεύσεις μπορούσε κανείς να εκτιμήσει και την αξεπέραστη εργασία που είχε προηγηθεί, το σύστημα και τη μέθοδο, όπως φαίνεται από την πρώτη μελέτη και δημοσίευση των γλυπτών από τον Georg Treu, το 1897.
Ενιαία αντίληψη
Οι μορφές, έτσι απλωμένες με τα κομμάτια τους, ήταν συνάμα και ένα μάθημα. Μπορούσες να δεις το κάθε κομμάτι από όλες τις πλευρές του, να εκτιμήσεις την τελική επιφάνεια, αλλά και τις τεχνικές λεπτομέρειες που βοηθούσαν στην κατανόηση του ιδιοφυούς πολλές φορές τρόπου σκέψης του αρχαίου γλύπτη. Την απαράμιλλη ικανότητά του να συνδέει τα επιμέρους μορφολογικά χαρακτηριστικά με τρόπο αφαιρετικό και συνάμα δυναμικό. Να πλάθει τις παχιές μαλακές πτυχές των ενδυμάτων. Τέλος, στα κεφάλια, να αποδίδει την ξεχωριστή έκφραση του κάθε προσώπου με μια απαράμιλλη σύνταξη των λεπτομερειών των μορφών, με τα πλατιά μάγουλα, τα ωραία περιγραμμένα μάτια, τα καλοσχεδιασμένα χείλια,τα μπουκλωτά μαλλιά και τα κυματιστά γένια, ενίοτε αφήνοντας την κόμη και χωρίς καμιά λεπτομέρεια βοστρύχων.
Το σύνολο των γλυπτών δημιουργήθηκε από περισσότερους γλύπτες, ασφαλώς κάτω από τη γενική εποπτεία ενός γλύπτη επικεφαλής που δεν γνωρίζουμε καν το όνομά του και γι' αυτό τον ονομάζουμε «ο γλύπτης της Ολυμπίας». Αυτός ο γλύπτης, που καθοδηγούσε τους άλλους, θα έδωσε πιθανώς και το τελευταίο άγγιγμα στα έργα, που δείχνουν όλα μια ενιαία αντίληψη.
Από αυτή τη συνάντησή μου με τα γλυπτά της Ολυμπίας, μου έγινε σαφές ότι πέρα από τις γνώσεις και το διάβασμα, η επαφή με τα αρχαία χτίζεται σιγά σιγά μέσα από την καθημερινή επαφή μαζί τους στις πολλές και ποικίλες διαδικασίες που είναι απαραίτητες ως την τελική τους παρουσίαση.

Αυτό που έζησα ήταν συνταρακτικό και πρωτόγνωρο. Μεγάλη ευθύνη και συνάμα μεγάλη ευχαρίστηση. Θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα τυχερό που βρέθηκα μέσα σε αυτή τη δημιουργική φάση και γνώρισα από τόσο κοντά τα γλυπτά της Ολυμπίας. Υστερα από 20 χρόνια μού δόθηκε η ευκαιρία να ξαναβρεθώ σε ένα τέτοιο συναρπαστικό περιβάλλον στην Ακρόπολη της Αθήνας… (enet)