«Κουβέντα στην αυλή…»
…με την ηθοποιό Κερασία Σαμαρά
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στο
Πανεπιστήμιο Πατρών. Το 1990 τελείωσε με άριστα τη δραματική σχολή Βεάκη.
Υπήρξε μέλος του τριετούς εργαστηρίου αρχαίου δράματος που πραγματοποιήθηκε υπό
την επίβλεψη και καλλιτεχνική διεύθυνση του Λευτέρη Βογιατζή (1989-1992).
Υπήρξε επίσης μέλος του τριετούς εργαστηρίου φωνητικής τέχνης του Σπύρου Σακκά.
Έπαιξε σε πολλές παραστάσεις, ενδεικτικά αναφέρουμε μερικές: «Η νύχτα της
ιγκουάνα» (Χάννα) του Τεννεσσή Γουίλλιαμς (Θέατρο Αργώ, σκην. Α. Κοέν), «Ανθρώπινη
φωνή» (τέσσερις μονόλογοι) του Ζαν Κοκτώ (ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ρούμελης, σκην. Γ.
Ιορδανίδης), «Ψηλά απ’ τη γέφυρα» (Μπέατρις) του Άρθουρ Μίλλερ (Θέατρο
Βρετάνια, σκην. Γ. Βαλτινός), «Άδεια ποδηλάτου» (ιδέα, σύνθεση, επιλογή, επιμέλεια
κειμένων της ίδιας, Θέατρο Έναστρον). Σκηνοθέτησε τα έργο «Γαμήλιο εμβατήριο»
του Άγγελου Τερζάκη (ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων) και «Έλα να παίξουμε» σε δικό της
κείμενο (Θέατρο Αργώ).
Έχει συνεργαστεί με την «Ορχήστρα Νυκτών
Εγχόρδων» του Δήμου Πατρέων, με το Λύκειο των Ελληνίδων απήγγειλε και
τραγούδησε στις παραστάσεις «Μισεμός», «Θάλασσα» και «Περί έρωτος» στο Ηρώδειο.
Έχει εμφανιστεί στις τηλεοπτικές σειρές: «Σκιές στο περιστύλιο», «Καραμπόλα», «Ίχνη»,
«Ταγκό για τρεις», «Το καφέ της Χαράς» και «Δεληγιάννειο Παρθεναγωγείο») και
στις κινηματογραφικές ταινίες («Σταγόνα στον Ωκεανό», «Τεστοστερόνη» και «Πέρα
από τη λίμνη». Έχει συνεργαστεί σε συναυλίες και στη δισκογραφία με γνωστούς μουσικούς.
Δίδαξε σε σεμινάρια της ΝΕΛΕ του Υπουργείου Παιδείας καθώς και σε Θεατρικά
Εργαστήρια. Διδάσκει υποκριτική στην Ανώτερη Δραματική Σχολή Βεάκη και είναι
τεταρτοετής φοιτήτρια στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου
Πελοποννήσου.
Συμμετέχετε
σε ένα έργο, «Η νύχτα της ιγκουάνα», που ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει
τον οδυνηρό και ηδονικό κόσμο του συγγραφέα, κάτω από το βασανιστικό φως του
Μεξικού. Ποσό εύκολο είναι για εσάς, να μεταφέρεται αυτό το «μήνυμα» σε μια
χώρα ανίκανη να αντιδράσει;
Εμείς
ως ηθοποιοί επηρεαζόμαστε πρώτοι από την ατμόσφαιρα, που διατρέχει το έργο, κι
έτσι τη μεταφέρουμε στο κοινό. Και ως πολίτες της χώρας αυτής, έχουμε ανάγκη κι
εμείς ν’ αφεθούμε στον καυτό ήλιο του Μεξικού και να ξεχαστούμε στα θυμιάματα
που καίει ο συγγραφέας προς τέρψιν των ηρώων του.
Το
τότε του Μεξικού, έχει κοινά σημεία πλεύσης με την Ελλάδα του σήμερα; Υπάρχουν
κρίκοι ελπίδας ή η αλυσίδα ζωής, χάθηκε στο «κενό» του χρόνου;
Το
Μεξικό χρησιμοποιείται ως πύλη εισόδου στις Η.Π.Α. και στη Νότια Αμερική στη
διάρκεια του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Το τροπικό του κλίμα κατά κάποιον
τρόπο ανακουφίζει από την εμπόλεμη κατάσταση. Αποτελεί ένα θέρετρο για
ξεκούραση και απολησμονιά – κάτι σαν αυτό που ενδεχομένως προορίζεται να γίνει
και η δική μας χώρα. Άλλωστε, κατά κάποιον τρόπο, είμαστε κι εμείς σε κατάσταση
εμπόλεμη, κι εμείς αποτελούμε πέρασμα προς μεγάλες θάλασσες και άλλες ηπείρους
– και το πληρώνουμε αυτό.
Ένα
έργο γεμάτο προβληματισμούς, πιστεύετε ότι λειτουργεί ευεργετικά στον ψυχικό
κόσμο του θεατή;
Φυσικά.
Είναι σαν αυτό που λέμε: «Ο πόνος που μοιράζεται είναι μισός και η χαρά διπλή».
Αυτός ο ιερός καθρέφτης, η σκηνή του θεάτρου, λειτουργεί σαν ένα είδος
καθαρτηρίου. Βλέποντας τους ήρωες να πάσχουν και να προβληματίζονται, το
κάνουμε κι εμείς –επιφανειακά κι ανώδυνα– στο ασφαλές σκοτάδι της θέσης του
θεατή.
Είναι
αλήθεια, ότι ο ηθοποιός «λυτρώνεται» μέσα από ένα κείμενο, μέσα από ένα ρόλο,
μέσα από την κορύφωση και τα «θέλω» του συγγραφέα;
Ναι.
Για μένα τουλάχιστον αυτό ισχύει. Δεν ξέρω αν μπορώ να περιγράψω τη χαρά της
έντασης στο σώμα, στο νου και στην ψυχή. Είναι σαν να εκτελείς με απόλυτη
ακρίβεια μια γρήγορη, δύσκολη χορευτική κίνηση. Δεν ξέρεις τι είναι πιο
κυρίαρχο: η προσοχή ή η ηδονή.
Όταν
τα φώτα σβήνουν και επιστρέφεται στην καθημερινότητα, τι είναι αυτό που σας
συνοδεύει, μέχρι την επόμενη μέρα της παράστασης;
Στη
διάρκεια της μέρας ζω την καθημερινότητά μου –όπως όλοι– απλώς μπολιασμένη με
την αίσθηση πως σε λίγη ώρα θα ξαναμοιραστώ με τόσον κόσμο λόγια ακριβά. Και
αυτό με κάνει πολύ ευτυχισμένη. Είναι ένα είδος ευρείας επικοινωνίας που σε
σπάνιες, τυχερές περιπτώσεις μόνο μπορεί να είναι επάγγελμα.
Παύλος
Ανδριάς