Ακράνης είναι ο φίλος, ο
συμπολεμιστής, ο σύντροφος. Η λέξη είναι δάνειο από το τουρκικό aktan,
που σημαίνει «συνομίληκος», «όμοιος» αραβικής αρχής. Δεν ακούγεται πια στις
μέρες μας, αλλά...
Ο ακράνης αποδίδει ακριβώς
το αρχαίο εταίρος, και γι’ αυτό το χρησιμοποίησαν πολύ οι Καζαντζάκης –
Κακριδής στις ομηρικές μεταφράσεις τους, π.χ. «σέρνει φωνή κι ανακαλέστηκε τον
γκαρδιακό του ακράνη» (Ψ 179), ή «Ευτύς φωνάζει του Αλκιμέδοντα, του
γκαρδιακού του ακράνη» (Ρ 500), ή «που
τον τρανό, καλόκαρδο, σου ‘χει σκοτώσει
ακράνη» (Φ96). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, το ομηρικό κείμενο έχει εταίρος.
Ο Σταύρος Βαβούρης
σχολίασε ειρωνικά σε δικό του ποίημα την χρήση αυτής της λέξης (μιλώντας για
τον Πυλάδη):2 « ο Ορέστης θα ΄ταν σε όλα / «ακράνης» του που λένε κολλητός / ο
Κακριδής κι ο Καζαντζάκης στην «Ιλιάδα» τους».