Η νοσταλγία είναι η αισθητική μορφής
μνήμης...
Από τις αρχές του 17ου αιώνα υπήρχε
δυσκολία αποδοχής του ιατρικού όρου, και τη χαρακτήριζαν σαν μια παθολογική
εγκεφαλική διαταραχή.
Στη σύγχρονη εποχή μας, θεωρείται μια καθαρά θετική συναισθηματική εμπειρία. Όταν ένα παλιό τραγούδι ή μια οικεία μυρωδιά προκαλεί μια ευχάριστη μνήμη ενός γεγονότος που ζήσαμε, παίζουμε στην ουσία στιγμιαία, απολαμβάνοντας το συναίσθημα μέχρι να εξασθενίσει..αντί να τρέξουμε στο γιατρό για θεραπεία.
Οι αντιλήψεις μας για τη νοσταλγία είναι τόσο καλές, που οι διαφημιζόμενοι και οι επιχειρηματίες ξοδεύουν εκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο, προσπαθώντας να μας κάνουν νοσταλγικούς επειδή γνωρίζουν ότι θα επενδύσουμε πολλά για να νιώσουμε έτσι.
Μια πρόσφατη ψυχιατρική έρευνα, δείχνει ότι μας προσφέρει πολλά απτά οφέλη στην πνευματική, κοινωνική και σωματική μας ευεξία.
Γνωρίζοντας ότι η αίσθηση της νοσταλγίας μας κάνει καλό, αντιμετωπίζουμε μια ενδιαφέρουσα ερώτηση: Πώς δημιουργούμε τη νοσταλγία;
Η ζωή μας αποτελείται από μια ποικιλία θετικών, αρνητικών και ουδέτερων αναμνήσεων, τις οποίες αντλούμε από το μυαλό μας και τις βιώνουμε στο παρόν με τέτοιο τρόπο ώστε να παίρνουμε ευχαρίστηση.
Η ευρύτερη απεικόνιση της μνήμης που βοηθά να αναπτυχθεί ένα μυθιστόρημα στο μυαλό μας, δείχνει μια "προφητική" γνώση και αντίληψη στο πώς λειτουργεί η ανθρώπινη μνήμη.
Σε αντίθεση με την υποκειμενική μας εμπειρία, η επεισοδιακή μνήμη (μνήμη γεγονότων και όχι γεγονότων με σημασιολογική μνήμη) είναι περισσότερο εποικοδομητική παρά αναπαραγωγική.
Όταν ανακτάμε τη μνήμη κάποιου
επεισοδίου από το παρελθόν μας, αισθανόμαστε ότι ανακαλύψαμε ένα πνευματικό
αρχείο και πατήσαμε το κουμπί αναπαραγωγής.
Ένας μεγάλος όγκος έρευνας, ωστόσο,
δείχνει ότι δεν είμαστε απλώς παθητικοί παρατηρητές τέτοιων αναμνήσεων, αλλά
μάλλον τους κατασκευάζουμε εκ νέου κάθε φορά που ανακτάμε μια μνήμη.
Ανασυνθέτουμε την πρώτη ύλη του αυτοβιογραφικού παρελθόντος μας, για να
δημιουργήσουμε τις μνήμες που βιώνουμε στο παρόν.
Στεκόμαστε -σε σχέση με το παρελθόν
μας- και μπαίνουμε στην ίδια θέση με ένα καλλιτέχνη ζωγράφο μπροστά από τον
καμβά του. Διαθέτουμε με άλλα λόγια, έναν βαθμό δημιουργικού ελέγχου πάνω στις
μνήμες μας. Πώς λοιπόν, διαμορφώνουμε αυτή την πρώτη ύλη στην ευχάριστη και
ευεργετική εμπειρία της νοσταλγίας;
Το πρώτο και ίσως το πιο σημαντικό
θέμα είναι η στάση με την οποία προσεγγίζουμε το υλικό μας. Δεδομένου ότι η
νοσταλγία δεν εξυπηρετεί κανέναν άμεσο σκοπό εκτός από την παροχή ευχαρίστησης
(παρά τα δευτερεύοντα οφέλη της), παραμένει μια θεμελιωδώς αισθητική εμπειρία
μνήμης, προσεγγίζοντας τα στοιχεία και το υλικό μας με την νοοτροπία ενός
καλλιτέχνη.
Προϋποθέτει σε κάποιο βαθμό μια
καλλιτεχνική αποστασιοποίηση που επιτρέπει την εκτίμηση του θέματος, χωρίς να
λαμβάνει υπόψη την προσωπική χρησιμότητα.
Υπάρχουν δυο ξεχωριστές κατηγορίες νοσταλγίας:
Η «τονωτική» νοσταλγία, η οποία
επιδιώκει την επιστροφή στην αρχική στιγμή, προσπαθώντας στην ουσία να
ξαναζήσει μια στιγμή του παρλθόντος στο παρόν, και στην «αντανακλαστική»
νοσταλγία, όπου δέχεται το γεγονός, ότι το παρελθόν είναι παρελθόν και
αγκαλιάζει με σκεπτικισμό το αμετάκλητο του παρελθόντος και της ανθρώπινης
θνητότητας.
Η τονωτική στάση απέναντι στο παρελθόν, οδηγεί
σε μια οδυνηρή ανεκπλήρωτη λαχτάρα - ένα είδος χρονικής νοσταλγίας - όταν
συνειδητοποιούμε ότι βρισκόμαστε αναπόφευκτα αντιμέτωποι με τον χρόνο που
τρέχει σε μία μόνο κατεύθυνση και δεν μπορούμε ποτέ να επιστρέψουμε στο
παρελθόν.
Αποδεχόμενοι το αμετάκλητο του
παρελθόντος, μια ανακλαστική στάση μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε τις αναμνήσεις
μας - ψυχικές εμπειρίες του παρελθόντος - και να λάβουμε αισθητική ευχαρίστηση
στην παρούσα εμπειρία μνήμης, χωρίς να ανησυχούμε για το γεγονός ότι ποτέ δεν
μπορούμε να ξαναζήσουμε αυτή τη στιγμή.
Μόλις φθάσουμε σε μια αισθητική
απόσταση από το παρελθόν, συνειδητοποιώντας ότι οι μνήμες μας δεν είναι
"πραγματικές" αλλά μάλλον πνευματικές δημιουργίες, μπορούμε να
αγκαλιάσουμε πλήρως την εποικοδομητική τους δυνατότητα.
Επίσης, λόγω του ότι οι αναμνήσεις μας
ανακατασκευάζονται κάθε φορά που τις ανακτάμε, αποτελούν αναξιόπιστα αρχεία για
τα πραγματικά "γεγονότα" του παρελθόντος μας. Δεν υπάρχει πραγματική
ακρίβεια, και αυτή η αναξιοπιστία είναι τρομερά ενοχλητική.
Αλλά επειδή ο "σκοπός" της
νοσταλγίας είναι ευχαρίστηση και όχι η ακρίβεια, μπορούμε να επιτρέψουμε στη
μνήμη μας να διαμορφώνεται με τον τρόπο που ακτινοβολεί πιο δυναμικά με τα
κέντρα ανταμοιβής στον εγκέφαλό μας.
Επιτρέπουμε στον εαυτό μας τον
αισθητικό σκοπό και όχι την πραγματικότητα. Καθορίζουμε το συγκεκριμένο
περιεχόμενο των νοσταλγικών μας αναμνήσεων, και ακολουθούμε ουσιαστικά τις
συμβουλές του Αριστοτέλη, που μας λέει ότι ένας συγγραφέας πρέπει να τηρεί τον
«κανόνα της πιθανότητας ή της αναγκαιότητας» στη διαμόρφωση ενός λογοτεχνικού
έργου, συμπεριλαμβανομένων μόνο εκείνων των στοιχείων που συμβάλλουν στο γενικό
σκοπό του έργου, ακόμη και αν αυτές οι λεπτομέρειες έρχονται σε αντίθεση με την
πραγματικότητα.
Ένα «πιθανό αδύνατο» λέει, είναι πάντοτε προτιμότερο σε σχέση με το «απίθανο αλλά εφικτό». Όταν ο σκοπός της μνήμης είναι η νοσταλγική ευχαρίστηση, η υπενθύμιση των ευχάριστων λεπτομερειών μίας εμπειρίας, είναι αισθητικά πιο έγκυρη από την ανάκληση όλων μικρολεπτομεριών, ακριβώς επειδή πραγματικά συνέβη με αυτόν τον τρόπο.
Μια αισθητική προσέγγιση της
νοσταλγίας, μας δίνει την άδεια να κατασκευάζουμε από λεπτές αέριες μνήμες που
δεν έχουν καμία βάση με την πραγματικότητα.
Η νοσταλγία μπαίνει στα πλαίσια της
φαντασίας (ένα εντελώς διαφορετικό είδος αισθητικής ψυχικής εμπειρίας).
Εάν για παράδειγμα, πιάσουμε μια
μυστηριώδη οικεία μυρωδιά ή εικόνας στο βραδινό αεράκι, και μας φέρει μια
ισχυρή μνήμη, αλλά δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε από που μας έρχεται αυτή η
μνήμη, δεν θα πρέπει να μας στεναχωρεί.
Είναι πολύ καλύτερο να αγκαλιάσουμε
αυτή τη μνήμη που παράγει ευχαρίστηση, ανεξάρτητα από τον τόπο προέλευσής της.
Στην τελική δεν παίρνουμε κανένα βραβείο για την σωστή αναγνώριση της μνήμης.
Το βραβείο είναι η χαρά της μνήμης… (el.gr)