Σαν
τα κιτρινισμένα φύλλα του φθινοπώρου που...
θυμούνται τα χρώματα της νιότης τους
καθώς εγκαταλείπουν σαπισμένα την τροφοδότρα ρίζα,
σαν
τις χρυσοκέντητες ακτίνες του δειλινού που αργοσβήνουν στο επερχόμενο σκοτάδι
της ημερήσιας λήθης,
έτσι
κι εγώ αποχωρίζομαι το σαρακοφαγωμένο κορμί μου μέσα απ’ το εβένινο μεταξωτό
μου κρεβάτι, για τον επισκέπτη της μιας νύχτας.
Μια
πήχη θ’ ανυψωθώ για να κρίνω τους θνητούς και να κριθώ απ’ τους αθανάτους.
Σαράντα
μέρες θα στοιχειώνω τον κόσμο των αισθήσεων που αγάπησα για να συγχωρήσω και να
εξιλεωθώ μέχρι να γείρει ο δείκτης της ετυμηγορίας των πνευμάτων και να
εξαργυρώσω τα ανομήματά μου.
Μόνη
μου σανίδα σωτηρίας ο τετράποδος χνουδωτός μου σύντροφος που στέκει φωλιασμένος
στην άκρη της απόκοσμης διαδρομής και βιώνει στωικά την τελετουργία.
Αν
υπήρξε φίλος πραγματικός, θ’ αδράξει την Ψυχή μου και θα την «φορέσει» δίνοντάς
της μια ακόμη ευκαιρία στην αληθινή ζωή του Τώρα. Σ’ αυτόν προσβλέπω να την
σώσει απ’ την ανιαρή χώρα της μάζας των αιώνια Μακάρων που όλα είναι στάσιμα
και προβλέψιμα. Σ’ αυτόν να την αποτραβήξει και απ’ την απέναντι άνυδρη πλευρά
του κόσμου των αμείλικτα και ισότιμα τιμωρημένων, του τόπου που η φωτιά καίει
άχρονα και διακαώς..
Σ’
αυτόν για να της δώσει μια εντελώς νέα, διαφορετική και ξαναγεννημένη γεύση
συμμετοχής στην αληθινή πανσπερμία των γήινων αισθήσεων και των χρωμάτων.
Με την υπογραφή του συγγραφέα Ιωάννη Κασσή