Το αίμα από τις
γρατζουνιές είχε ποτίσει την μπλούζα του...
δέκα λεπτά τώρα κοίταζαν ο ένας τον
άλλο. Η αγάπη τους είχε γίνει μίσος και το μίσος τώρα οίκτος. Ο πόνος που τους
είχε προκαλέσει η απουσία και των δύο από αυτή την σχέση τους είχε κάνει
απόμακρους. Οι εικόνες της ευτυχίας έψαχναν να βρουν χώρο στις παγωμένες τους
καρδιές. Δεν ήταν όμως δυνατόν..
-Θέλω να φύγεις Ζώη,
θέλω να ηρεμήσουμε πια.
-Νομίζεις πως έτσι θα
ηρεμήσουμε όπως λες;
-Ναι, δεν μας δένει
τίποτα πια. Δεν αντέχω άλλους καβγάδες, δεν αντέχω άλλο πόνο σωματικό και ψυχικό.
-Μα εσύ το προκαλείς αυτό
στον εαυτό σου της απάντησε.
-Μη με προκαλείς ξανά.
Κοίτα το πρόσωπο σου, λυπήσου σε, προχώρα δίχως εμένα…
-Δίχως εμάς!! Αθηνά δεν
θέλω να τελειώσουμε έτσι!!
-Ζώη φύγε σε παρακαλώ….
Σηκώθηκε και του άνοιξε
την πόρτα, η ζωή πολλές φορές μας δείχνει τον δρόμο αλλά εμείς δεν θέλουμε να
τον δούμε φοβούμενοι μήπως πονέσουμε. Ο πόνος καμιά φορά είναι και η λύτρωση.
Πονάμε αλλά το μυαλό έχει τον τρόπο να μας κάνει να ξεχάσουμε….
Ο Ζώης σηκώθηκε. Τα
αίματα δεν τα φοβόταν, φοβόταν την μοναξιά, αλλά αυτή η μοναξιά τώρα του άνοιγε
την πόρτα και δεν μπορούσε να το αλλάξει αυτό. Έφυγε κοιτώντας την γυναίκα που
άλλαξε την ζωή της πριν λίγο καιρό με την αγάπη του στα μάτια. Όλα ήταν
παρελθόν… Ίσως να ήταν καλύτερα…
Τ
Ε Λ Ο Σ
*Της
συγγραφέως Κατερίνας Κονίτσα Σωπύλη