Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

Μακελειό την Ημέρα των Ερωτευμένων!!!



Το 1929, ανήμερα της εορτής του Αγίου Βαλεντίνου, ο Αλ Καπόνε αποφάσισε να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τον μεγάλο...

αντίπαλό του Μπαγκς Μοράν. Το μακελειό σε μια αποθήκη του Σικάγου έμεινε στην ιστορία ως η Σφαγή της Εορτής του Αγίου Βαλεντίνου και σηματοδότησε την αρχή του τέλους και για τους δύο γκάνγκστερ.
Στα τέλη της δεκαετίας του '20, στην Αμερική της ποτοαπαγόρευσης και του σουίνγκ, ο ιταλός Αλ Καπόνε με τη συμμορία του κυριαρχούσε στο νότιο τμήμα του Σικάγου και ο Μπαγκς Μοράν με τους ιρλανδογερμανούς του στο βόρειο. Το μεγάλο έπαθλο για τους δύο γκάνγκστερ ήταν τα εκατομμύρια δολάρια από την παράνομη διακίνηση του αλκοόλ.
Ο Αλ Καπόνε, που βρισκόταν στην ακμή της εγκληματικής του δραστηριότητας, εκτός από την κυριαρχία και το χρήμα, διψούσε και για εκδίκηση, επειδή ο Μοράν είχε σκοτώσει μερικούς δικούς του ανθρώπους. Το σχέδιο για την εξόντωση του Μοράν επεξεργάστηκε το πρωτοπαλίκαρό του Βιτσέντζο Τζιμπάλντι, γνωστός με το ψευδώνυμο Τζακ Μακ Γκαρν και με το παρατσούκλι «Το πολυβόλο». Θα του έκλεινε ένα ραντεβού σε μέρος της επιλογής του, με δέλεαρ ένα φορτίο ακριβού ουίσκι. Οι άνθρωποι του Καπόνε μεταμφιεσμένοι σε αστυνομικούς θα αναλάμβαναν τα υπόλοιπα.
Ο Μοράν «τσίμπησε» το δόλωμα και η συνάντηση κλείστηκε για τις 10:30 το πρωί της 14ης Φεβρουαρίου σε μια αποθήκη του Βόρειου Σικάγου. Πέντε άνδρες του Καπόνε έφθασαν στην ώρα τους με δύο αυτοκίνητα, που έμοιαζαν με περιπολικά. Οι τρεις ήταν ντυμένοι αστυνομικοί και οι άλλοι δύο με πολιτικά. Στη γύρω περιοχή είχαν ακροβολιστεί δεκάδες συνεργάτες του Καπόνε.
Οι τρεις «αστυνομικοί» αποφάσισαν να δράσουν, όταν είδαν έναν άνδρα που έμοιαζε με τον Μοράν να μπαίνει στην αποθήκη. Με καταδρομική επιχείρηση αιφνιδίασαν τα επτά άτομα που βρίσκονταν μέσα και τους διέταξαν να σταθούν με την πλάτη στον τοίχο. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, τους γάζωσαν με τα αυτόματα «Τόμσον» που έφεραν. Οι περίοικοι άκουσαν τους παρατεταμένους πυροβολισμούς και ειδοποίησαν την αστυνομία.
Οι εκπρόσωποι του νόμου βρήκαν στον τόπο του μακελειού έξι πτώματα πισώπλατα χτυπημένα και έναν βαριά τραυματία. Όταν τον ρώτησαν ποιος τον πυροβόλησε, αυτός ψέλλισε «κανείς» και άφησε την τελευταία του πνοή. Από τους επτά νεκρούς, πέντε ήταν μέλη της συμμορίας του Μοράν, ένας συνεργαζόμενος μικροκακοποιός κι ένας άσχετος με την ιστορία, ένας μηχανικός που είχε κληθεί για να επισκευάσει ένα αυτοκίνητο της συμμορίας και βρέθηκε κατά λάθος στο μοιραίο ραντεβού. Πουθενά, όμως, ο Μοράν. Ο μεγάλος αντίπαλος του Καπόνε σώθηκε από καθαρή τύχη, επειδή πήγε καθυστερημένα στο ραντεβού και όταν είδε τους τρεις «αστυνομικούς» φρόντισε να εξαφανιστεί… (sansimera-enikos)