To βράδυ της 10ης Μαρτίου 2005 όλα φαίνονταν
ομαλά. Ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής απουσίαζε στη Μαδρίτη σε επίσημη
επίσκεψη, ενώ ο Ολυμπιακός του Σωκράτη Κόκκαλη έδινε ένα πολύ ενδιαφέρον
ευρωπαϊκό παιχνίδι, το οποίο παρακολούθησε...
Η εταιρία του ήταν χορηγός της θρυλικής
ποδοσφαιρικής ομάδας εκείνη την εποχή. Στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας στο
εσωτερικό ήταν ο νόμος με τον βασικό μέτοχο και η σύγκρουση της κυβέρνησης με
επιχειρηματικά συμφέροντα. Η Διάσκεψη στην οποία μετείχε ο Καραμανλής στην
ισπανική πρωτεύουσα είχε ως θέμα «Δημοκρατία – τρομοκρατία – ασφάλεια».
Η βραδιά δεν εξελίχθηκε για τον Κορωνιά όπως
ήθελε. Ο Ολυμπιακός αγωνιζόμενος για το Κύπελλο UEFA έχασε από την αγγλική
Νιούκασλ με 3-1 μέσα στον Πειραιά, ενώ ο Κορωνιάς λίγο πριν από τη λήξη του
αγώνα έλαβε ένα τηλέφωνο που τον τάραξε. Ενημερώθηκε από συνεργάτες του ότι
βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του ο υπάλληλος Κώστας Τσαλικίδης, ο οποίος είχε
ενημερώσει μέρες πριν τους προϊσταμένους του ότι βρέθηκε παραβιασμένο το
λογισμικό της εταιρίας στις εγκαταστάσεις της Παιανίας.
Αμέσως αναζήτησε τον διευθυντή του πρωθυπουργικού
γραφείου Γιάννη Αγγέλου και ζήτησε ραντεβού κατεπειγόντως στο Μαξίμου. Ο
Αγγέλου τηλεφώνησε στον Καραμανλή στη Μαδρίτη και τον ενημέρωσε για το περίεργο
αίτημα.
«Να μην είσαι μόνος σου. Φώναξε και τον Βουλγαράκη
να είναι παρών στη συνάντηση ως αρμόδιος υπουργός Δημόσιας Τάξης» ήταν η οδηγία
του.
Ο Κορωνιάς επισκέφθηκε το Μαξίμου και υπό το βάρος
της αποκάλυψης για τον θάνατο του υπαλλήλου του ενημέρωσε για τα ευρήματα της
έρευνάς του: Μέσω της εταιρίας του παρακολουθούνταν η μισή κυβέρνηση Καραμανλή,
με πρώτον τον ίδιο τον πρωθυπουργό και τη σύζυγό του Νατάσα.
Ο Κορωνιάς έδειχνε μάλιστα έκπληκτος για τα
ευρήματα και, όπως έγινε αργότερα γνωστό, είπε στους συνεργάτες του την
περίφημη φράση «μπήκαν κλέφτες στο σπίτι μας». Γνώριζε προφανώς ότι κατά τη
διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων γίνονταν παρακολουθήσεις για τον φόβο της
τρομοκρατικής επίθεσης, ίσως όμως και να μην είχε αίσθηση ότι αυτό το δίκτυο
χρησιμοποιήθηκε αργότερα για άλλους σκοπούς.
Αλλά και αυτό δεν μπορεί να το πει κανείς με
βεβαιότητα. Ο Καραμανλής δεν ανησύχησε για τον εαυτό του από την αποκάλυψη.
Κρυψίνους όπως ήταν και είναι πάντοτε, φρόντιζε να μιλά λίγο στα τηλέφωνα και
αυτό από καρτοκινητά των ανδρών ασφαλείας του, μπερδεμένα μάλιστα.
Τη μία φορά έπαιρνε το κινητό του ενός, την άλλη
το κινητό του άλλου. Προβληματίστηκε όμως έντονα όταν πληροφορήθηκε ότι η
κυβέρνησή του είχε γίνει στο σύνολό της αντικείμενο παρακολουθήσεων και είχε
πέσει θύμα υποκλοπών. Μόλις επέστρεψε, συγκάλεσε μια μίνι σύσκεψη στο γραφείο
του με τη συμμετοχή των Μολυβιάτη – Ρουσόπουλου – Αγγέλου – Βουλγαράκη.
Οι υποψίες στράφηκαν αμέσως προς μία συγκεκριμένη
πλευρά, αλλά με δεδομένο ότι εκκρεμούσε το ταξίδι Καραμανλή στις ΗΠΑ την άνοιξη
της ίδιας χρονιάς και η συνάντησή του με τον πρόεδρο Μπους ο πρωθυπουργός
θέλησε να χειριστεί το θέμα θεσμικά. Αν και του προτάθηκε να «ξεχάσει» το
επεισόδιο για να μην επιβαρυνθούν περαιτέρω οι διπλωματικές σχέσεις των δύο
χωρών και τεθούν σε κίνδυνο εθνικά συμφέροντα, σε αυτό ήταν κάθετος: «Και τι θα
λέμε αν μετά μερικά χρόνια αποκαλυφθεί ότι μας παρακολουθούσαν; Οτι δεν το
είπαμε διότι…; Θα είμαστε υπόλογοι έναντι της Ιστορίας» είπε και σήκωσε το
τριψήφιο.
Κάλεσε τον ήδη ενημερωμένο υπουργό Δικαιοσύνης
Αναστάση Παπαληγούρα και του έδωσε ρητή οδηγία: «Αναστάση, να δοθεί αμέσως η
υπόθεση στη Δικαιοσύνη!» του είπε και τα πράγματα πήραν τη δικαστική οδό.
«Δεν γινόταν αλλιώς! Αυτός ήταν ο σωστός δρόμος.
Πήρα βάρος με το να κρατηθεί η υπόθεση μυστική έναν χρόνο ώσπου να ολοκληρωθεί
η δικαστική έρευνα. Σκεφθείτε να μην το είχαμε αποφασίσει!» έλεγε χρόνια
αργότερα στους συνεργάτες του.
Ο έντρομος πρεσβευτής
Θορυβημένος ο τότε Αμερικανός πρέσβης Ρίτσαρντ Ρις
-εξαιτίας της αυτοκτονίας Τσαλικίδη-, μόλις κάθισε η σκόνη μήνες αργότερα,
ζήτησε να δει τον πρωθυπουργό. Εκείνος τον δέχθηκε στο Μαξίμου, αλλά δεδομένου
ότι η δικαστική έρευνα διαρκούσε προτίμησε να μην του πει τίποτε. Το ίδιο έκανε
και ο πρέσβης για να μην «καρφωθεί».
Ο Καραμανλής βεβαίως είχε αποκτήσει μια πρώτη
εικόνα, γιατί η ΕΥΠ είχε εντοπίσει τα καρτοκινητά-σκιές και τις απολήξεις τους,
αλλά η απόφασή του ήταν ειλημμένη. Η έρευνα κάποια στιγμή έκλεισε και τα
ευρήματα ήταν εξόχως ενδιαφέροντα.
Αυτό που έκανε εντύπωση στον πρωθυπουργό δεν ήταν
ότι παρακολουθούσαν το τηλέφωνο της συζύγου του Νατάσας, καθώς σε αυτήν είχε
δώσει το συγκεκριμένο κινητό, αλλά ότι οι υποκλοπείς της εταιρίας κινητής
τηλεφωνίας είχαν τεχνολογία για να παρακολουθούν και σταθερά τηλέφωνα, όπως
αυτό του γραφείου του στην οδό Πλουτάρχου, όπου παλαιότερα έκανε τα μυστικά του
ραντεβού.
«Πρόεδρε, βγες και πες ποιοι κρύβονται πίσω και
πάμε να πάρουμε 50% στις εκλογές»
Οταν ο υπουργός Δικαιοσύνης έκανε γνωστό στον
πρωθυπουργό ότι η δικαστική έρευνα ολοκληρώθηκε και υποδεικνύει συγκεκριμένο
τρίγωνο του κέντρου των Αθηνών ως στρατηγείο των υποκλοπών, ο Καραμανλής
συγκάλεσε μια μυστική σύσκεψη στο σπίτι του τότε υπουργού Επικρατείας Θόδωρου
Ρουσόπουλου στο Παλαιό Ψυχικό. «Ο καθένας σας θα πει το κομμάτι του» τους έδωσε
οδηγία με την προσθήκη να αναφερθούν χωρίς φόβο και πάθος στα ευρήματα της
έρευνας.
Ο Βουλγαράκης μάλιστα, πιο ενθουσιώδης από όλους,
την ώρα που βρίσκονταν στην πόρτα για την αναχώρηση, λέγεται ότι είπε στον
Καραμανλή: «Πρόεδρε, βγες και πες δημοσίως ποιοι κρύβονται από πίσω και πάμε να
πάρουμε 50% στις εκλογές».
Κατά βάθος ήξερε ότι αυτά δεν γίνονται, γιατί το
επόμενο στάδιο θα ήταν η απαρχή για τη διακοπή ή για τη δοκιμασία των
διπλωματικών σχέσεων Ελλάδας – Αμερικής. Ρόλο πυροσβέστη μετά τη συνέντευξη
Τύπου των τριών υπουργών ανέλαβε ο υπουργός Εξωτερικών Πέτρος Μολυβιάτης.
Συναντήθηκε δημοσίως με τον πρέσβη των ΗΠΑ στην
Αθήνα στο GB Corner της «Μεγάλης Βρεταννίας» και φωτογραφήθηκαν. «Πέτρο, εμείς
δεν έχουμε σχέση» του είπε μόλις έκλεισαν οι κάμερες και σταμάτησαν τα φλας.
Προφανώς και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν είχε σχέση. Οι υπόλοιποι όμως;
Την τελική απάντηση θα δώσει και επισήμως η
δικαστική έρευνα, που βρίσκεται σε εξέλιξη.
(Μανώλης Κοττάκης – Kυριακάτικη Δημοκρατία)