Του Κυριάκου Κουβελιώτη*
Στον
απόηχο του βρετανικού δημοψηφίσματος και παρακολουθώντας...
τις τελευταίες
εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορούμε να διαπιστώσουμε με ασφάλεια ότι μία
νέα κρίση είναι μπροστά μας. Αυτή τη φορά η κρίση στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν
είναι ούτε πολιτική ούτε οικονομική, αλλά μία βαθιά κρίση ταυτότητας.
Κάποτε,
ο Φρανσουά Μιτεράν είχε πει ότι «όταν η Ευρώπη ανοίγει το στόμα της, είναι για
να χασμουρηθεί». Σήμερα, η πραγματικότητα είναι ότι η χειμερία νάρκη δεν
λέει να τελειώσει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάφερε με έναν ομολογουμένως εντυπωσιακό
τρόπο να αδικήσει τον εαυτό της στα όρια του σουρεαλισμού.
Αν
αναλογιστεί κάποιος ότι έξι μόλις χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου
Πολέμου έξι κράτη, που πριν πολεμούσαν μεταξύ τους, δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή
Ένωση Άνθρακα και Χάλυβα ενώνοντας ουσιαστικά εκείνη την ιστορική στιγμή τις
πολεμικές τους βιομηχανίες και αναγάγει στη σημερινή εποχή εκείνο το πνεύμα θα
απογοητευθεί οικτρά. Από αυτό το πρώτο μεγάλο βήμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης
κατάφερε η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα να απαξιωθεί πολιτικά, οικονομικά και κυρίως
ηθικά. Στα μάτια του μέσου ευρωπαίου έχει αντικατασταθεί από την Ευρωζώνη όπως
και κατά μία έννοια ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών από το Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο. Κάθε επίκληση της αναγκαιότητας συμμετοχής του ΔΝΤ στην ευρωπαϊκή
ήπειρο αποτελεί και μία νέα ομολογία αποτυχίας και ανεπάρκειας για την ίδια την
ΕΕ.
Ο
Jean Monnet και ο Konrad Adenauer θα ένοιωθαν στις μέρες μας εξαιρετικά άβολα
όταν θα διαπίστωναν ότι η Ευρώπη των οραματιστών μετεξελίχθηκε σε μία Ευρώπη
των λογιστών (ας με συγχωρήσει για τον παραλληλισμό ο συμπαθής επαγγελματικός
κλάδος). Ουσιαστικά έχουμε μία Ευρώπη των αριθμών και των στατιστικών αν και
παρά αυτή την εμμονή κανένας διεθνής οίκος αξιολόγησης δεν βρίσκεται σε
Ευρωπαϊκό έδαφος!
Υπάρχουν
πλέον δύο γενιές ευρωπαίων νέων που δεν γνωρίζουν ούτε κατ‘ επίφαση τις
περισσότερες θετικές αλλαγές που έχει επέφερει στη ζωή τους η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δεν είναι φυσικά δικό τους λάθος ούτε πρέπει να μας φαίνεται παράξενο που οι
ίδιοι είναι και οι σκληρότεροι κριτές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σήμερα. Όμως
αν η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση αδίκησε τον εαυτό της ας μην το κάνουμε και εμείς.
Ας κρατήσουμε όλα εκείνα τα θετικά που τώρα θεωρούνται τόσο δεδομένα, όσο το να
εξηγήσεις σε ένα μαθητή του Γυμνασίου τη ζωή χωρίς έναν υπολογιστή, και ας
αλλάξουμε όλα τα υπόλοιπα. Έχοντας φυσικά τον προσανατολισμό που πρέπει, καθώς
έννοιες όπως “Ευρωπαϊκό Σύνταγμα” και “Ευρωπαϊκός Στρατός” φαντάζουν πλέον όχι
μόνο ουτοπικές αλλά και εξαιρετικά κακόγουστες ως αναφορές.
Η
λύση δεν μπορεί να είναι μία εύκολη θεώρηση ότι απλά χρειαζόμαστε “περισσότερη
Ευρώπη” καθώς το πιθανότερο είναι να συμβεί το αντίθετο και μάλιστα ταχύτερα.
Αν
θεωρήσουμε τη σημερινή εποχή μας ως μετα-καπιταλιστική μη γνωρίζοντας
ουσιαστικά το κυρίαρχο πολιτικό και οικονομικό μοντέλο του αύριο θα ήταν
εξαιρετικά υπερφίαλη μία ακόμη βιαστική και γεμάτη ωραίες λέξεις
μεταρρυθμιστική προσπάθεια.
Δεν
χρειαζόμαστε ούτε περισσότερη, ούτε λιγότερη, ούτε ίσως καλύτερη Ευρώπη.
Χρειαζόμαστε έναν ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο το οποίο βασισμένο στα θετικά
βήματα του παρελθόντος θα επιστρέψει στις θεμελιακές του αξίες και κυρίως θα
θέσει ως επίκεντρο τον άνθρωπο, τον Ευρωπαίο Πολίτη. Από τα Κράτη Μέλη στον
Άνθρωπο Μέλος! Ο πλήρης επαναπροσδιορισμός του μείγματος πολιτικής με κέντρο
τον Ευρωπαίο Πολίτη είναι η μόνη μεταρρύθμιση που δίνει προοπτική. Μόνο έτσι οι
λαοί στην Ευρώπη θα αγκαλιάσουν τη “Νέα Ολοκλήρωση”. Όπως πολύ σωστά είπε ο
Jean Monnet: “Οι άνθρωποι δεν δέχονται την αλλαγή παρά μόνο όταν υπάρχει ανάγκη
και δεν βλέπουν την ανάγκη παρά μόνο όταν υπάρχει κρίση.”
Αυτή
η στιγμή είναι τώρα και αυτή τη φορά η “αρπαγή της Ευρώπης” πρέπει να γίνει από
τους πολίτες της.
*Kαθηγητής του Διεθνούς
Τηλεματικού Πανεπιστημίου «International Telematic University Uninettuno»