Η πολυαναμενόμενη
μάζωξη των συμμαθητών...
για τον εορτασμό των εξήντα χρόνων επανένωσης στάθηκε
τραγελαφική. Μετά τις πρώτες αγκαλιές – με αυξημένο το ένστικτο της αμφιβολίας
– άρχισαν και οι δέουσες ερωτήσεις. Ποιός είπαμε ότι είσαι εσύ; Δεν σε θυμάμαι
καθόλου. Είσαι σίγουρος ότι είναι η Δάφνη;
Τότε αποφασίστηκε από
κάποιους πιο σώφρονες ενήλικες να μη τα λένε στο «όρθιο», - ήταν βλέπεις και τα
μπόνους της ηλικίας τους… κάτι τα αρθριτικά, κάτι οι δισκοπάθειες… - αλλά να καθίσουν και να τα πουν με την ησυχία
τους, είχαν άπλετο χρόνο μπροστά τους… Έκπληκτη η ομήγυρη παρατήρησε τότε ότι
τα κενά καθίσματα ανάμεσά τους ήταν περισσότερα των θαμώνων. Μεμιάς
επισκιάστηκε η όλη πρότερη ευφορία. Τα βάσανα που άφησαν πίσω τους κουβαλήθηκαν
με δρομολόγιο ταχυμεταφοράς. Το κουστουμαρισμένο γήρας ξεπρόβαλε εντονότερο από
ποτέ. Το άφθονο ποτό δεν κατάφερε να τους αλλάξει τη διάθεση. Ήρθαν για να
θυμηθούν και έπιναν για να ξεχάσουν!
Κι αυτός ο
γκριζομάλλης μαθουσάλας που κάθεται και χασκογελά στην κορυφή του οβάλ
τραπεζιού, να ‘ταν άραγε κάποιος καθηγητής τους;
Με λένε Χρόνο παιδιά,
τους συστήθηκε αφού διάβασε την απορία στα ξερακιανά πρόσωπά τους. Είμαστε
συμμαθητές από Πάντα!, αν και είναι λίγες φορές που μου δώσατε την πρέπουσα σημασία.
Γενικά με είχατε «στην απ’ έξω» και πάντοτε ξεχασμένο είτε σε κάποιο πάρτι είτε
σε κάποια μεθυστική γιορτή. Βέβαια, για να είμαι ακριβοδίκαιος, υπήρξαν και
στιγμές που περάσαμε καλά μαζί. Εκείνες οι λίγες που δώσατε κάποιο νόημα στη
ζωή σας, θεόπνευστο και μεγαλειώδες, και με κάνατε να νιώσω άξιος και για την δική
μου ύπαρξή. Βέβαια η αλήθεια είναι πως ο κύριος μπάρμαν εκεί, ο μαυροντυμένος
με το τατουάζ της κόσας στο μπράτσο, κάνει ισχυρότερες φιλίες από μένα. Έχει
έναν αξιοζήλευτο τρόπο να σε πείθει να συνταχθείς μαζί του…
Οι δύστυχοι
εναπομείναντες συμμαθητές – ή αυτοί που νόμιζαν πως ήταν – έφυγαν σκεπτικοί και
περισσότερο απαρηγόρητοι από ποτέ. Νέο «reunion» δεν ανακοινώθηκε
ποτέ. Ίσως δεν υπήρχε ο χρόνος. Ίσως πάλι οι μαυροντυμένες φιλίες αποδείχτηκαν
ισχυρότερες…
Τα κατά Ιωάννη… κείμενα
Με την υπογραφή του συγγραφέα Ιωάννη Κασσή