Ένας άνθρωπος πάει σπίτι του και βλέπει τον παππού
του να κάθεται στην μπροστινή βεράντα χωρίς να φοράει τίποτα απ’ τη μέση και
κάτω...
«Παππού, τι κάνεις εδώ;» τον ρωτάει έκπληκτος.
Ο γέρος, με τα μάτια καρφωμένα στο άπειρο δεν του
μίλησε.
«Παππού, τι κάνεις εδώ, γυμνός απ’ τη μέση και
κάτω;» επέμεινε ο εγγονός.
Ο παππούς τον κοίταξε, σαν να τον έβλεπε για πρώτη
φορά και είπε αργά:
«Την περασμένη βδομάδα καθόμουνα εδώ, στην ίδια
θέση, χωρίς πουκάμισο κι άρπαξα ένα κρύο, που ο σβέρκος μου έγινε σκληρός και
άκαμπτος. Ε, αυτό το σημερινό είναι ιδέα της γιαγιάς σου»... (tro-ma-ktiko, elas)