Ο κυρ Θρασύβουλος βγαίνει από την τουαλέτα αφήνοντας
πίσω του την κυρά Νίτσα να σταυροκοπιέται, κοιτάζοντας μια το πουκάμισο μες το
γάλα και μια τα ξερά φυτά στο ταβάνι.
- Μπαμπά, μπαμπά μου
σκίστηκε το βιβλίο. Φέρε την κόλλα να το κολλήσουμε, γιατί σε λίγο έχω μάθημα...
Χωρίς να της απαντήσει αυτός, τρέχει στην
κουζίνα, ανοίγει το ψυγείο, βγάζει δυο αβγά, το κλείνει και χαμογελώντας μέσα
σ’ ένα μπολ αδειάζει το ασπράδι του αβγού και καμαρωτός πλησιάζει την κόρη του.
- Τι είναι αυτό βρε
μπαμπά! Κόλλα σου ζήτησα και όχι ομελέτα.
- Η καλύτερη κόλλα
είναι το ασπράδι. Το είπαν οι ειδικοί! Φέρε το βιβλίο να το κολλήσουμε και θα
δεις τη διαφορά, της απάντησε ο κυρ Θρασύβουλος ανακατεύοντας το ασπράδι.
- Ρεζίλι θα γίνουμε.
Τόσα λεφτά βγάζουμε από τα μαθήματα που κάνω και λυπάσαι να χαλάσεις ένα ευρώ
για μια κόλλα;
- Εσύ Όλγα μου δε με
λυπάσαι που σε ταΐζω τόσα χρόνια; Τριάντα χρονών γαϊδούρα είσαι και σπίτι δε
λες ν’ ανοίξεις. Το στόμα σου όμως πάει ροδάνι.
Της τραβάει το βιβλίο από τα χέρια, βουτάει
τα δάχτυλα του μέσα στο μπολ με το ασπράδι και αρχίζει να το πασαλείβει
προκαλώντας αηδία στην κόρη του και την αδερφή του που βγήκε από το μπάνιο.
- Μωρέ και το σκατό
σου είσαι ικανός να κάνεις παξιμάδι, για να γλιτώσεις δυο τρία ευρώ, του λέει η
αδερφή του κάνοντας μια γκριμάτσα απέχθειας.
- Καλέ τι ζητάνε το
σαπούνι, τα λεμόνια και το οινόπνευμα στη γούρνα της κουζίνας, ακούγεται να
λέει μια φωνή από το βάθος.
-
Άστααα, φωνάζει ο
κυρ Θρασύβουλος που έχοντας ολοκληρώσει τη συγκόλληση του βιβλίου με τ’
ασπράδια τρέχει γρήγορα κοντά της.
- Έχεις σκοπό να
φτιάξεις κάτι; τον ρωτάει η κυρά Ευαγγελία βλέποντας μια στιβάδα από πιάτα και
κατσαρόλες να αναπαύονται στον πάγκο της κουζίνας και εξαφανισμένα όλα τ’
απορρυπαντικά καθαρισμού.
- Υγεία και οικονομία
γυναίκα. Από δω και πέρα θα πλένεις τα πάντα με το υγρό που θα σου φτιάξω, που
είναι υγιεινό και φοβερά οικονομικό. Αλήθεια που έχεις το μέλι;
-
Τι το θέλεις;
- Το θέλω για μετά το
ξύρισμα, της απαντά κοφτά και πηγαίνει προς την τουαλέτα.
Οι γυναίκες κοιτάζονται μεταξύ τους, λένε
για λίγο τα δικά τους και με το που ακούγεται η φωνή του άντρα από την
τουαλέτα, η κυρά Ευαγγελία παίρνει το μέλι και πηγαίνει και του το δίνει.
-
Τι θα κάνεις
χριστιανέ μου με το μέλι;
- Σου αρέσει το
ντεκόρ της τουαλέτας μας; τη ρωτάει αυτός αρπάζοντας της βιαστικά το βάζο με το
μέλι από τα χέρια.
-
Όταν σε παντρεύτηκα
δεν ήσουν έτσι. Τι έπαθες; Μήπως αντί για κλιμακτήριο περνάς οξεία
φραγκοφονίαση;
-
Μωρ δε μας παρατάς
με τις εξυπνάδες σου; Αν δεν ήμουν σφιχτός εγώ, με εσάς τις μουρλές που έχω
μπλέξει, θα είχαμε πεινάσει, της απαντά βάζοντας μέλι στο πρόσωπό του, μπροστά
στα έκπληκτα μάτια της γυναίκας του.
- Τι κάνεις μωρ
δόλιε; Στους λουκουμάδες βάζουν μέλι και στις τηγανίτες. Τι το πέρασες το
πρόσωπό σου;
- Δεν ξέρεις εσύ. Για
να μαθαίνεις όμως, το μέλι ανακουφίζει τοερεθισμένο δέρμα μετά τα ξυρίσματα
και είναι πιο αποτελεσματικό από το οινόπνευμα…
(Απόσπασμα
από το βιβλίο του Παύλου Ανδριά, «Άντε και… σας πίστεψα», που κυκλοφορεί από
τις εκδόσεις ΙΑΜΒΟΣ, Χ. Τρικούπη 31, τηλ. 210 3300443)