Λέει ο
σκορπιός στο βάτραχο:
“Θέλεις να
ανέβω επάνω στην πλάτη σου και να κολυμπήσεις μέχρι την άλλη όχθη του
ποταμού;”.
Λέει ο
βάτραχος:
“Μα πού ξέρω
ότι δε θα με δαγκώσεις στα μισά της διαδρομής;”
“Μα αν σε
δαγκώσω, θα πεθάνεις και θα βουλιάξουμε κι οι δύο” απαντάει ο σκορπιός και
πείθει το βάτραχο, ο οποίος τον παίρνει στην πλάτη του και αρχίζει να διασχίζει
το ποτάμι.
Στη μέση της
διαδρομής ο σκορπιός δαγκώνει το βάτραχο και, πριν βουλιάξουν και οι δύο, ο
βάτραχος φωνάζει απορημένος:
“Μα γιατί με
δάγκωσες, αφού θα πνιγείς κι εσύ;”.
“Το ξέρω”,
λέει ο σκορπιός, “μα είναι η φύση μου τέτοια”»
