Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

"Λάκης": Ο πρώτος "πειρατής" στο Ηράκλειο...


Της Κορίνας Καφετζοπούλου


Δεν υπάρχει λάτρης του ραδιοφώνου και του ελληνικού τραγουδιού, καψούρης ή μη, με «νταλκά» ή όχι, «λαϊκός» τύπος ή με κουστούμι, που τις δεκαετίες του ’60,’ 70 ,’80, ακόμα και του ’90, δεν άκουγε το  «Ράδιο Λάκη» στην αρχή και στη συνέχεια το «Ράδιο Υπάρχω».
Έγινε τέτοια ... ακουστική  συνήθεια, αυτός ο πρώτος «μέγας πειρατής»  των μεσαίων κυμάτων στο Ηράκλειο, που ακόμα και τόσα χρόνια μετά, τον φωνάζουν «Λάκης ο υπάρχω» ασχέτως αν η ταυτότητα λέει Μιχάλης Μπινιχάκης - μάλλον το κανονικό του όνομα δεν...

το θυμάται κανείς!
Τον άκουγαν όλοι οι οδηγοί ταξί, τον τραγουδούσαν στις οικοδομές, τον εξυμνούσαν οι νοικοκυρές τα πρωινά ανάμεσα στη λάτρα του σπιτιού και στο μαγείρεμα, τον άκουγαν οι φίλοι το βράδυ, και έγινε το «απωθημένο» των άλλων ερασιτεχνών εξαιτίας της τεράστιας δισκοθήκης του.
Και η αλήθεια είναι ότι αυτός ο άνθρωπος που σήμερα ζει μαζί με χιλιάδες δισκάκια, δίσκους και κασέτες διέγραψε τη δική του μοναδική πορεία στο ραδιόφωνο δημιουργώντας ένα  ανεκτίμητο μουσικό αρχείο της ελληνικής δισκογραφίας, που είναι κρίμα να χαθεί.
Ο «Λάκης» σε όλη αυτή τη διαδρομή δεν είδε ποτέ «επαγγελματικά» το ραδιόφωνο, δεν έβγαλε λεφτά από αυτό. Ήταν ερασιτέχνης ή μάλλον παθιασμένος εραστής με την ελληνική μουσική και τη ραδιοφωνία.
Οι εκπομπές του έγραψαν τη δική τους ιστορία. Ποιος παραγωγός, αλήθεια, δε θα ζήλευε να λαμβάνει καθημερινά 300 γράμματα την ημέρα από θαυμαστές ή να μπλοκάρει τις τηλεφωνικές γραμμές με 1230 κλήσεις σε μια στιγμή;
Ποιος δε θα ήθελε οι εκπομπές του να έχουν 85% ακροαματικότητα επί σειρά ετών, ή να παίζει σε πρώτη μετάδοση τις νέες επιτυχίες;
Σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες πέρασαν από το στούντιο του, τους έστελναν οι εταιρείες από την Αθήνα. Η αρχή της κυκλοφορίας γινόταν από το Ηράκλειο.  
Ο Λάκης βέβαια είναι γνωστός και για τη λατρεία του στο Στέλιο Καζαντζίδη.
Ακόμα φωτογραφίες δεσπόζουν μέσα στο σπίτι. Ήταν τόσο μεγάλη η αγάπη προς το Στέλιο Καζαντζίδη, που τη δεκαετία του 80, με αφορμή τη γνωριμία του με το συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό (στενό φίλο και κουμπάρο του Καζαντζίδη), έγινε «μεσολάβηση» για να βαπτίσει ο Καζαντζίδης το τρίτο του  παιδί στο οποίο και έδωσε το όνομα Στέλιος.  
Λεπτομέρεια που πρέπει να σημειωθεί είναι και το ότι η αλλαγή  του ονόματος του ραδιοφώνου του από «Λάκης» σε «Υπάρχω» έγινε με αφορμή την κυκλοφορία του δίσκου, πριν αυτός κυκλοφορήσει, το 1975.
«Καζαντζιδικός» από τους λίγους ο «Λάκης» έχει όλες τις συλλογές, τις πιο σπάνιες και τις απαγορευμένες ή τις "λογοκριμένες" του, όπως και πολλών άλλων καλλιτεχνών, ή μάλλον όλων.
Έχει και άλλα «μετάλλια στα σεντούκια του».  


Μπορεί να είναι και ο μόνος παραγωγός ραδιοφώνου που πήγε τόσες φορές στα δικαστήρια για το «παράνομο παίξιμο» ενώ μόνο τα μηχανήματα του, τα  κατάσχεσαν  27 φορές!
Η συχνότητά του όμως σταμάτησε όταν αυτός το επέλεξε πριν λίγα χρόνια.
Πάντα είχε την «καβάντζα» του. Είχε πάντα δυο μηχανήματα και φίλους που τον βοήθησαν σε αυτό το ανελέητο κυνηγητό που δέχτηκε όπως τονίζει ο ίδιος, τόσο κατά τη διάρκεια της Χούντας, ήταν από αυτούς που δεν υπέγραψαν τη γνωστή δήλωση των «πολιτικών φρονημάτων» αλλά και μετά στη δεκαετία του ’80. «Εγώ πρόβλημα με την αστυνομία δεν είχα, με τους ρουφιάνους είχα», λέει σήμερα στο  MadeinCreta.
Και είπε τόσο πολλά, για όλη αυτήν την πορεία των περισσοτέρων από 40 ετών.
Και έχει ακόμα την πικρή γεύση για το γεγονός ότι ποτέ δεν του εγκρίθηκε άδεια, παρά το ότι είχε τις προϋποθέσεις. Γενικώς αυτή η λατρεία του πρόσφερε πολλά αλλά τον ταλαιπώρησε κιόλας αν φανταστεί κανείς ότι μετά το '80, επιτέλους, είχε και τηλέφωνο!
Όλη τη δουλειά του τόσα χρόνια την έκανε με «κλεμμένη γραμμή» για τις εισερχόμενες κλήσεις, της συγχωρεμένης γειτόνισσας, με τα γράμματα, και μέσα από τις συχνότητες.
Ήταν εκείνες οι χρυσές εποχές που τα «μεσαία» γνώρισαν μεγάλη δόξα, με τους ξενιτεμένους από όλα τα μήκη και τα πλάτη  της γης, να συναντιούνται πάνω στα «κύματα».

Η αρχή
Ο «Λάκης» ξεκίνησε την καριέρα του, το 1966, στα 1600. Είναι ο πρώτος ερασιτεχνικός σταθμός που εκπέμπει από το Ηράκλειο. Εκείνες τις εποχές «έπαιζαν» ο κρατικός των Χανίων και κάποιος Παπαγεωργίου στην Ιεράπετρα.
«Το ραδιόφωνο έπαιζε 16 ώρες το 24ωρο. Έγραφα τις εκπομπές στις μπομπίνες όταν έλειπα στη δουλειά. Είχα ποικίλο πρόγραμμα από παιδικά μέχρι αμανέδες από την Μ. Ασία, ρεμπέτικα λαϊκά, τα πάντα. Ακουγόμουν  στην Τρίπολη της Λιβύης, στο  Κάιρο, τη  Βουδαπέστη, τη  Σόφια. Τότε βάζανε ωραία τραγούδια οι ξενιτεμένοι Έλληνες. Άκουγα και ορισμένα τραγούδια, δεν τα είχα και τα λαχταρούσα».
Μετά τα απόκτησε όλα, αυτή ήταν και η τρέλα του. «Άλλες εποχές, κάθε βράδυ οι ερασιτέχνες είχαμε συνομιλίες «πάνω» στις συχνότητες, μιλούσα με Γιάννενα λες και ήταν δίπλα μου με Βελιγράδι, και άλλα σημεία , μέχρι τηλέφωνο από Αυστραλία έχω δεχτεί».
Μετά από κάποια χρόνια θα προμηθευτεί ένα μεγαλύτερο μηχάνημα από Αθήνα και θα κατέβει στα 1200 στα μεσαία. Όσο πιο «χαμηλά κατέβαινες» τόσο μεγαλύτερη εμβέλεια είχες.
«Αυτό ήταν άλλο πράγμα σε ακούγανε από παντού». Σιγά καθιερώνει και εκπομπές που άφησαν ιστορία. Η αμεσότητά του, οι γνώσεις του στην ελληνική μουσική, τον χαρακτήριζαν.
«Είχα την εκπομπή «‘Ώρα ακροατών» 15.00-17.00 και έπαιρνα 250-300 γράμματα την ημέρα!
Και το βράδυ έβαζα πάλι αφιερώσεις. Ο Κώστας ο ταχυδρόμος, ξεκίνησε την καριέρα του τότε από τη γειτονιά και μου κουβαλούσε κάθε πρωί μια σακούλα γράμματα. Αυτός συνταξιοδοτήθηκε και εγώ συνέχιζα να παίζω».
Για να διαβάζει και να αρχειοθετεί τα γράμματα προσλαμβάνει και δύο κοπέλες.
Είχε σύστημα, πολλά τετράδια και ανά τραγούδι οι αφιερώσεις.
«Εγώ δεν έβαζα με πολλή αγάπη ή πολλή καψούρα. Το έκανα σοβαρά, πάντα με ωραίο τρόπο με όνομα και επώνυμο αν αυτό αναγραφόταν, για να μην δημιουργούνται και  παρεξηγήσεις. Εσύ έπρεπε να έβλεπες τι έγραφαν τα γράμματα! Ιστορίες ζωής…» 
Πέρα από τα τραγούδια του Στέλιου Καζαντζίδη, της Γιώτας Λύδια, της Καίτης Γκρέυ, του Ρουμελιώτη, Ρίτας Σακελαρίου, και πολλών άλλων, ένα μεγάλο σουξέ της εποχής ήταν και το «Ας είναι και έτσι» της Μαίρης Ουράνη. Η Μαίρη Ουράνη και η Μάρω Μπιζάνη είναι το ίδιο πρόσωπο. Με το πρώτο, το ψευδώνυμο, ήταν τραγουδίστρια και με το κανονικό όνομα συνθέτρια. Όλα τα δισκάκια της «Μόνιτορ» είχε, δισκάκια που αλλού δεν τα έβρισκες.
Άλλες θρυλικές εκπομπές είναι «Δίσκοι στο τηλέφωνο» και «Πες το και έγινε».
Έπαιρνε ο ακροατής τηλέφωνο και έλεγε ποιο τραγούδι ήθελε να ακούσει, το τραγούδι έπαιζε πριν κλείσει το τηλέφωνο. Σαν «τραπουλόχαρτα» τα δισκάκια στα χέρια, ήξερε μέσα σε αυτό το χαμό, τι είναι που, και το έπαιζε.
Μόνο μια φορά καθυστέρησε. Έψαχνε να βρει τη Ρίτα Σακελαρίου, και την είχε στο χέρι του. Καθυστέρησε ένα λεπτό έβαλε σήμα εκπομπής και ακόμα το θυμάται!

Δισκάκια ανεκτίμητης αξίας
Η συλλογή του διαθέτει ακόμα και σήμερα τα πάντα. Όχι μόνο παλιές αλλά και νέες κυκλοφορίες.
«Έχω δισκάκια κι ερμηνείες που δεν τα θυμόντουσαν ούτε οι ίδιοι οι ερμηνευτές».
Και έχει κάνει αγώνα για να τα αποκτήσει. Τον αγαπούσαν και οι ακροατές και τον βοηθούσαν. Μέσα στα γράμματα έβαζαν ένα γραμματόσημο των 5 δρχ και ο «Λάκης» αγόραζε τους δίσκους.
Έχει και τα απαγορευμένα, τα "κομμένα" του Καζαντζίδη.
«Κανείς καλλιτέχνης δεν έφαγε τόσο ξύλο» θα πει, «ούτε έπαθε τέτοιο στραπάτσο» θα πει σε κάποια στιγμή, και αυτή είναι η αλήθεια.
«Μια φορά που σπάσανε ένα δίσκο το «Έλα κορίτσι μου» του Στέλιου Καζαντζίδη των 78 στροφών.
Από την άλλη πλευρά είχε το «παράνομος». Μέχρι Κομοτηνή έφτασα για να το βρω. Ο αδερφός του Στέλιου, ο Στάθης που τον έδωσε τελικά».
Έχει και πολλές γνώσεις και γνωρίζει λεπτομέρειες όχι και τόσο γνωστές. «Η συμπόνια» πρώτη εκτέλεση  ήταν του Γιώργου  Χατζηαντωνίου όλοι νόμιζαν ότι είναι του Καζαντζίδη. Θυμήθηκε και άλλα επίσης του Καζαντζίδη «Το σύστημα ήταν ένοχο», το «Μάνα σε ξεκληρίσανε», το δίσκο «Ανατολή» με τις «Άπονες  εξουσίες» το κομμένο «Μια καινούρια κοινωνία θέλω να φτιάξω» και τα χαρακωμένα - λόγω Χούντας - δισκάκια του κρατικού, που δεν επέτρεπε, όλα τα τραγούδια.
Στη συλλογή του έχει επίσης τον πρώτο δίσκο 33 στροφών με δέκα τραγούδια, και επίσης με δέκα τραγούδια το πρώτο δισκάκι 16 στροφών, με Καζαντζίδη, Γιώτα Λύδια, Αγγελόπουλο, Μπιθικώτση, Πόλυ Πάνου, Μαίρη Λίντα, Χιώτη.  
Μέσα σε τόσες χιλιάδες τραγούδια το δικό του είναι ένα: «Η ζωή μου όλη»...