Μετά την Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς, οι
Απόστολοι, οι υπόλοιποι μαθητές του, οι γυναίκες που από την αρχή τον είχαν
ακολουθήσει, η Παναγία Παρθένος Μαρία η Μητέρα του, περίπου 120 άτομα, γύρισαν
στο όρος των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ και μπαίνοντας στο υπερώο, δηλαδή στον πάνω
όροφο του σπιτιού εκεί, περίμεναν με προσευχή την επιφοίτηση του Αγίου
Πνεύματος, σύμφωνα με την υπόσχεση του Σωτήρα Χριστού. Στο μεταξύ εκεί,
εξέλεξαν και τον Ματθία και τον συναρίθμησαν με τους ένδεκα Αποστόλους.
Τότε αυτοί πληρωθέντες από το Πνεύμα το Άγιο,
άρχισαν να κηρύττουν και να καλούν τους ανθρώπους να βαπτισθούν και να λάβουν
κι αυτοί την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ό,τι είχαν ακούσει και ζήσει κοντά στο
Χριστό και δεν το είχαν τότε κατανοήσει, τώρα εν Αγίω Πνεύματι το γνώρισαν και
το επαγγέλλονται στο λαό.
Τους πρώτους τρεις χιλιάδες που βαπτίστηκαν,
τους οδηγούν στο Δείπνο της Ζωής, την Τράπεζα της Θείας Ευχαριστίας, όπου στο
εξής θα βρίσκεται συναγμένη η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, θα τρέφεται με το Σώμα
και το Αίμα του Κυρίου και θα συμμετέχει έτσι στην αιώνια ζωή της Βασιλείας του
Θεού.
Με την Πεντηκοστή δεν γεννήθηκε η Εκκλησία ως
απλός θεσμός, αλλά ως συνεχής παρουσία της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, και γι’
αυτό η Πεντηκοστή δεν είναι ένα γεγονός που συνέβη μια φορά κάποτε, αλλά είναι
η ζωή της Εκκλησίας, ως αδιάκοπη κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.
Η
Κυριακή της Πεντηκοστής λέγεται κοινώς Γονατιστή ή Γονοκλισία, επειδή αυτή την
ημέρα έχουμε το έθιμο της γονυκλισίας στην εκκλησία. Λέγεται και τ’ Αρσαλιού ή
τ΄ Αηρουσαλιού και ορισμένες από τις συνήθειες των πιστών κατά τα «γονατίσματα»
αποτελούν πατροπαράδοτα έθιμα της αρχαίας λατρείας των νεκρών. Αυτή τη μέρα δε
λείπουν επίσης οι προσφορές κολλύβων και
άλλων τροφών στου εκκλησιαζόμενους, υπέρ των νεκρών.
Στην
Καστοριά, φέρνουν λουλούδια απ’ το σπίτι τους και κρατούν κερί. Πέφτουν στα
γόνατα, αφήνοντας τα λουλούδια μπροστά τους, ανάβουν το κερί, για να φωτίσουν
σους νεκρούς να περνάνε. Στο Κωσταράζι, πρέπει να σκύψουν με κλεισμένα μάτια,
στα οποία βάζουν φύλλα ή τριαντάφυλλα, για να μη βλέπουν καθόλου, επειδή αν την
ώρα που περνούν οι πεθαμένοι έχουν ανοιχτά τα μάτια τους, γνωρίζουν, κλαίνε και
λυπούνται και δεν θέλουν να πάνε με τους άλλους στη σειρά.
Στην
Κάρπαθο παίρνουν το κλειδί του σπιτιού στην εκκλησία και την ώρα που ο παππάς
διαβάζει τις ευχές, το βάζουν στο κεφάλι τους, για να τους πονάει ή το
δαγκώνουν με τα δόντια τους για να μην πονούν και να είναι σιδερένια. Επίσης,
πηγαίνοντας στην εκκλησία παίρνουν μια χούφτα χώμα, το δένουν στο μαντήλι τους
και το βάζουν μπροστά στις εικόνες να’ φχολογηθεί. Κατόπιν το ρίχνουν στη ρίζα
των δέντρων, που δεν καρποφορούν και «διορθώνονται».
Ένα
ακόμα έθιμο της ημέρας αυτής, που το συναντάμε στα χωριά της Πίνδου είναι το
εξής: όλες οι νέες το απόγευμα της Πεντηκοστής ξεκινούν με τα φαγητά τους στο
βουνό για να μαζέψουν λάχανα και το βράδυ τρώνε όλοι μαζί στο σπίτι. Μετά το
δείπνο «αλλάζουν τον παππού». Μια ηλικιωμένη γυναίκα μεταμφιέζεται, σκεπάζοντας
όλο το σώμα της με φύλλα, κλαδιά και λουλούδια, το προσωπό της το καλύπτει με λεπτοϋφαντή
γάζα, κρεμά στο λαιμό της μια άδεια νεροκολοκύθα. Παίρνει στα χέρια της ένα
ξύλο κα χορεύει διαδοχικά με όλους τους άντρες, σέρνοντας πάντοτε το χορό, ενώ
οι άλλες τραγουδούν. Η διασκέδαση κρατάει όλη τη νύχτα κάτω από το φως των
δαδιών και η ελευθεροστομία δεν έχει όρια.
Η Πεντηκοστή, αποτελεί τη γενέθλια ημέρα της
Εκκλησίας.
«Τη αυτή ημέρα, Κυριακή ογδόη από
του Πάσχα, την αγίαν Πεντηκοστήν εορτάζομεν. Πνοή βιαία γλωσσοπυρσεύτως νέμει,
Χριστός το θείον Πνεύμα τοις Αποστόλοις. Εκκέχυται μεγάλω ενί ήματι Πνεύμ'
αλιεύσι. Ταις των αγίων Αποστόλων πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς.
Αμήν»
Καλλιόπη
Γραμμένου
Δημοσιογράφος-
Παιδαγωγός