Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Κουβέντα στην «αυλή», με την σκηνοθέτη Άννα Σωτρίνη


Ένας άνθρωπος που γνωρίζει πολύ καλά το χώρο...
που κινείται και «δημιουργεί» σε αυτόν είναι η Άννα Σωτρίνη, η οποία μεταξύ άλλων μας είπε πως «…ο πολιτισμός βιώνει διαχρονική κρίση. Με ελλειμματική παιδεία και μη δημιουργική εκπαίδευση δεν μπορούμε να περιμένουμε και πολλά».  

Ποια γεύση, σας έχει λείψει από τα παιδικά σας χρόνια;
Το Ατζέμ πιλάφι της μικρασιάτισας γιαγιά μου, με φρέσκια τομάτα στην σάλτσα και κοτόπουλο. Δεν ήταν μόνο η γεύση, είναι και οι μυρωδιές που συνθέτουν τις μνήμες. Μπαχάρι, μοσχοκάρυδο, σκόρδο και κανέλα….

Ποιος σας μύησε σε αυτό το χώρο;
Το πείσμα μου; Ξεκίνησα όπως η πλειοψηφία των Ελλήνων θεατρικών σκηνοθετών σπουδάζοντας υποκριτική. Το να είσαι ηθοποιός στην Ελλάδα όμως είναι σαν να βρίσκεσαι σε μια κατάσταση διαρκούς πανικού. Νιώθεις ότι κάθε βήμα σου είναι  ασταθές. Τουλάχιστον έτσι αισθανόμουν εγώ. Η σκηνοθεσία σου επιτρέπει να μείνεις καιρό με τον εαυτό σου να σκεφτείς δημιουργικά, να μελετήσεις, και να έχεις μιαν ολοκληρωμένη άποψη γι αυτό που θέλεις να φέρεις στο φως της σκηνής. Η υποκριτική από μόνη της αισθάνομαι ότι με περιορίζει. Είναι σαν να βλέπω μόνο μια ψηφίδα και όχι ολόκληρο το παλίμψηστο.

Τι σας έκανε να επιλέξετε και να ανεβάσετε την παράσταση «Μην πυροβολείς τα Σπουργίτια»;
Είναι η τρίτη συνεργασία μας με τον Θεοδόση Πελεγρίνη. Πέρυσι  ανεβάσαμε το «Τρύπιο Βαρέλι» στο θέατρο Αλκμήνη, το οποίο είναι το πρώτο έργο της τριλογίας «Λάκης-Μάκης». Το «Μην πυροβολείς τα Σπουργίτια» είναι το δεύτερο, οπότε κατά κάποιον τρόπο ήταν αναμενόμενο να γίνει με τους ίδιους συνεργάτες. Η πρόκληση για μένα εξ’ αρχής ήταν η Φιλοσοφία μέσα από ένα θεατρικό κείμενο και η προσβασιμότητα του θεατή σε θέματα που μέχρι τώρα απασχολούσαν μόνο τις πανεπιστημιακές έδρες. Ήθελα όμως να είναι ταυτόχρονα βατά και κατανοητά στους θεατές. Από αυτή τη σκοπιά, ήταν μια πρόκληση  να ασχοληθώ με αυτά τα έργα. Αλλά και η συνεργασία με τον Θεοδόση Πελεγρίνη είναι εξαιρετική. Είναι σπουδαίο να έχεις κοντά σου τον συγγραφέα. Σου λύνει όλες σου τις πιθανές απορίες. Και πιστέψτε με σε σχέση με την φιλοσοφία δεν είναι λίγες.

Τι πρέπει να περιλαμβάνει κατά τη γνώμη σας, μια καλή παράσταση; 
Ένα ενδιαφέρον θεατρικό έργο και στη συνέχεια σωστό ρυθμό. Σαν να ερμηνεύεις μια παρτιτούρα. Να μη προλαβαίνει ο θεατής να κοιτάξει το ρολόι του. Αυτό είναι το στοίχημα.

Πως φαντάζεστε το μέλλον της δουλειάς σας μέσα από την κρίση που βιώνουμε;
Η δουλειά μας ανέκαθεν βίωνε διάφορα είδη κρίσεων. Δεν χρειάστηκε η πραγματική οικονομική κρίση για να το συνειδητοποιήσουμε. Ο πολιτισμός βιώνει διαχρονική κρίση. Με ελλειμματική παιδεία και μη δημιουργική εκπαίδευση δεν μπορούμε να περιμένουμε και πολλά. Όμως ακόμα και έναν άνθρωπο να κερδίσεις, να συμβάλεις στο να σκεφτεί λίγο πιο σύνθετα, είναι σημαντικό.

Η τηλεόραση βοηθάει στην προβολή του ηθοποιού ή τον φθείρει άμεσα;
Η τηλεόραση για τους περισσότερους ηθοποιούς είναι βιοπορισμός. Και αυτό είναι σεβαστό. Για άλλους είναι η ματαιοδοξία. Δεν τους κρίνω. Την πραγματικά δημιουργική δουλειά την κάνεις στο θέατρο. Εκεί υπάρχουν και οι σπουδαίοι ρόλοι και οι σκηνοθετικές δυνατότητες. Η τηλεόραση συνήθως είναι μέσο προς διεκπεραίωση, σου δίνει γρήγορη φήμη ασφαλώς , αλλά θεωρώ ότι μέχρι εκεί φτάνει.

Υπάρχει κάποια θεατρική παράσταση που θα την ταυτίζατε με την Ελλάδα και όλα αυτά που βιώνει ως χώρα;
Το «Πεθαίνω σα χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη, παρότι δημοσιεύτηκε το 1978, είναι ένα κείμενο που χωρίς να είναι αμιγώς θεατρικό- είναι λογοτεχνικό- είδε αρκετές φορές τα φώτα της σκηνής και νομίζω ότι εκφράζει όλα αυτά που με πονάνε σε αυτή τη χώρα.

Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο λόγος που ο Έλληνας δεν έχει στις πρώτες επιλογές εξόδου του το θέατρο;
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω. Ειλικρινά. Αλλά ίσως να μην είναι και τόσο άσχημα τα πράγματα… Με χίλιες θεατρικές παραστάσεις τον χρόνο, σίγουρα δεν είναι μικρό το θεατρικό κοινό.

Αν σας όριζαν για λίγα λεπτά της ώρας «πρέσβη» της ελληνικής θεατρικής σκηνής, ποια αρχαία τραγωδία θα προτείνατε στους ξένους και γιατί;
Νομίζω ότι η διανόηση στο εξωτερικό έχει μελετήσει επαρκώς την αρχαία ελληνική τραγωδία και είναι οι ίδιοι ικανοί να προτείνουν έργα στις χώρες τους. Εμένα με ενδιαφέρει ο χώρος που ζω, η ιστορία που κουβαλάει και οι άνθρωποί του. Θα τολμούσα να προτείνω στους συμπολίτες μου τις Τρωάδες του Ευριπίδη και τους Πέρσες του Αισχύλου, για να δουν οι Έλληνες γύρω μου τον απίστευτο σεβασμό και την συμπόνια που επιδείκνυαν οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς για τους ηττημένους τους ταλαιπωρημένους, τους πρόσφυγες και να μας διδάξουν λίγη από την ανωτερότητα της ψυχής τους και το μεγαλείο της ανθρωπιάς τους.  Το χρειαζόμαστε.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας θεατρικός συγγραφέας και έχετε επηρεαστεί καθόλου από τη φιλοσοφία και τη γραφή του;
Είναι πολλοί, αλλά θα ξεχωρίσω τον Σάμιουελ Μπέκετ. Είναι σύγχρονος, είχε βιώσει δύο παγκόσμιους πολέμους και είχε κατανοήσει βαθειά τον παραλογισμό της ανθρωπότητας. Το θέατρο του παραλόγου που υπηρετεί, μόνο παράλογο δεν είναι. Αντιθέτως είναι ο καθρέπτης των σκέψεων και των συναισθημάτων ενός ολόκληρου πλανήτη. Τρέλα να…/ πώς να πω…/ τρέλα…  γράφει στο τελευταίο του ποίημα, λίγες ημέρες πριν πεθάνει.

Ποιο έργο θα θέλατε κάποια στιγμή να σκηνοθετήσετε, που πιθανόν αυτή τη στιγμή, αστάθμητοι παράγοντες δεν σας το επιτρέπουν να το κάνετε;
Έχω κατάλογο, δεν σας κρύβω. Ξεκίνησα και επί χρόνια επέμενα στις παραστάσεις με εφαλτήριο την ποίηση και τη λογοτεχνία. Πως δηλαδή ο γραπτός λόγος που δεν είναι θεατρικός μπορεί να παρασταθεί σε μία σκηνή. Συνέχισα με τα έργα του Θεοδόση  Πελεγρίνη, με θέματα καθαρής φιλοσοφίας.  Θέλω να πω, ότι υπάρχουν κύκλοι στην δουλειά μου μέσα στους οποίους κινούμαι με εμμονές. Δεν έχω μόνο ένα έργο στο νου μου. Ξεκινώ από το In perpetuum  του αγαπημένου μου ποιητή Έκτορα Κακναβάτου και φτάνω να σκέπτομαι έργα των: Ευριπίδη, Σαίξπηρ , Μαριβώ και άλλων.

Θέατρο, σινεμά, σενάριο, πρόβες, παραστάσεις. Είναι τελικά τρόπος ζωής ή ανάγκη έκφρασης και δημιουργίας;
Είναι και τα δύο. Το ένα δεν αναιρεί το άλλο.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας αντικείμενο, το «γούρι» σας;
Δεν έχω άλλο γούρι, εκτός από τις θετικές σκέψεις μου.

Ποια είναι η αγαπημένης σας ατάκα;
Είναι μια φράση από τους Πυθιονίκους  του Πινδάρου. «Σκιάς όναρ ανθρωπος». Όνειρο σκιάς ο άνθρωπος.  Δεν τα λέει όλα;

Αν σας ζητούσε ένα παιδί μια συμβουλή, τι θα του λέγατε;
Ως δασκάλα υποκριτικής στη σχολή Βεάκη, μοιραία βρίσκομαι αντιμέτωπη με πολλά ερωτήματα νέων ανθρώπων που στη συνέχεια θα είναι και νέοι ηθοποιοί. Τους προτρέπω να μελετούν, να είναι ανοιχτόμυαλοι, ευρυμαθείς, επίμονοι και να μην βιάζονται…



Συγγραφέας, ποιήτρια, αλλά και σκηνοθέτις θεατρικών κειμένων και μη, έχει ασχοληθεί από το 1994 με τη δραματουργική επεξεργασία, τη σκηνοθεσία και το σχεδιασμό φωτισμών, μίας μεγάλης γκάμας λογοτεχνικών, κυρίως, κειμένων που περιλαμβάνει από τη σκηνική μεταφορά του «Λάμπρου» του Διονύσιου Σολωμού μέχρι το «Πιτσιμπούργκο» της Σώτης Τριανταφύλλου και το «Μπλοκ Ιχνογραφίας» του Κώστα Καρτελιά.
Έχει σχεδιάσει τους φωτισμούς για τις παραστάσεις της, αλλά και για παραστάσεις τρίτων, όπως στο θέατρο Αθηναΐς ,το Μέγαρο Μουσικής και αλλού.
Καθηγήτρια υποκριτικής και αυτοσχεδιασμού στη δραματική σχολή Βεάκη.
Είναι η τρίτη συνεργασία της με τον Θεοδόση Πελεγρίνη, το 2017 με την «Αυτοβιογραφία» στο ίδρυμα Θεοχαράκη, πέρυσι με το «Τρύπιο βαρέλι» στο θέατρο Αλκμήνη και φέτος με το «Μην πυροβολείς τα Σπουργίτια» σε μία προσπάθεια έρευνας έργων που ενέχουν τη φιλοσοφική σκέψη στο περιεχόμενό τους.

Στοιχεία για την παράσταση:

(Για τον ΑΥΛΟΓΥΡΟ και τον Παύλο Ανδριά)