Η Ωραία Ελλάς, το νέο
επίκαιρο αλλά και...
ρομαντικό διήγημα της βραβευμένης συγγραφέας Ιωάννας
Μαστοράκη, συμπεριλαμβάνεται στην ανθολογία ποίησης και πεζογραφίας
«Καλοκαιρινές Πνοές», που παρουσιάστηκε πρόσφατα με επιτυχία στον χώρο
εκδηλώσεων της 33ης Έκθεσης Βιβλίου στο Πασαλιμάνι, από τις εκδόσεις Πνοές
Λόγου και Τέχνης.
Στο περίπτερο της
έκθεσης παρευρέθηκαν οι συγγραφείς και οι ποιητές της ανθολόγησης.
Την εκδήλωση χαιρέτισαν
οι εκδότες-συγγραφείς Αρετή Γκιωνάκη και Νίκος Δεληγιάννης και την
παρακολούθησαν με έντονο ενδιαφέρον βιβλιόφιλοι, άνθρωποι των γραμμάτων, του
πολιτισμού και του πνεύματος.
Ονειρικός και μεστός ο
λόγος της Ιωάννας Μαστοράκη, μας μεταφέρει σε ξεχασμένες μποέμ εποχές,
συνομιλεί με δοξασμένους ποιητές, και μας φέρνει στο φως μιαν άλλη Ελλάδα που
ανηφορίζει αλληγορικά το δρόμο της προς τον Παρθενώνα, αναπολώντας παλιές
εποχές, σαν να ζωγραφίζει το μέλλον της με μποέμ αποχρώσεις…
Ακολουθεί μικρό
απόσπασμα από το λογοτεχνικό διήγημα της Ιωάννας Μαστοράκης: «Η Ωραία Ελλάς» :
Εωθινό,
το ξημέρωμα, τρυφερό και αχνογάλανο, φανέρωσε τον ήλιο στο μικρό παραθύρι της
Αθηνάς.
Οι
πρώτες ηλιαχτίδες του όρμησαν δειλά στο νεοκλασικό της αρχοντικό και σαν
νεραΐδες νονές, έλουσαν το λευκό της δωμάτιο με το χρυσαφένιο τους χρώμα.
Εκείνη σηκώθηκε με το πρώτο φύσημα του ανέμου και έτρεξε στο μικρό της
μπαλκονάκι να αντικρύσει την Ακρόπολη. Χρύσιζε η μέρα, έλαμπε γύρω της ο τόπος
και λάμπανε από φως και τα μάρμαρα του Παρθενώνα.
Γύρω
της οι τριανταφυλλιές πλημύριζαν μ’ αρώματα της άνοιξης, ευωδιές που τις
ξυπνούσαν θύμησες από τα παιδικά της χρόνια.
Από
μικρή της άρεσε να διαβάζει, να βυθίζεται στις σελίδες βιβλίων παλιών, να
γυρίζει πίσω στο χρόνο, να ανακαλύπτει τα μυστικά παλιότερων εποχών και
αλλοτινών καιρών .
Έτρεξε
στο κομοδίνο της, άνοιξε το συρτάρι κι έβγαλε, έναν κρυμμένο θησαυρό, ένα
δερματόδετο βιβλίο που είχε αγοράσει κρυφά από έναν γέρο παλαιοπώλη στην οδό
Αβησσυνίας. Έπιασε να το ανοίξει και να ξεφυλλίζει τις κίτρινες, αλλοιωμένες
από τον χρόνο σελίδες του…
Ξάφνου,
ένα μικρό χαρτάκι ξεπρόβαλε σαν χάρτης θησαυρού μέσα από το βιβλίο της. «Η
Ωραία Ελλάς» έγραφε «Αφιερωμένο στο κύκλο των Ρομαντικών Ποιητών των Αθηνών».
Ήταν
μια καρτ-ποστάλ, με την φωτογραφία ενός παλιού καφενείου, έμοιαζε σαν γράμμα
που κάποιος αγαπημένος της έστελνε απ’ τα ξένα. Κοίταξε την κάρτα, μετά τον
Παρθενώνα κι ύστερα βυθίστηκε πάλι στις σελίδες του βιβλίου της.
Μπροστά
της αποκαλύφθηκε ένας μεγάλος θησαυρός, το βιβλίο έγραφε για τα χρόνια που ο
ρομαντισμός και η ποίηση ήταν τρόπος ζωής των Αθηναίων. Μια κληρονομιά που μας
την άφησαν παρακαταθήκη κρατώντας την ζωντανή μέσα σε αυτόν τον μικρό θησαυρό
που είχε στα χέρια της…
Και
τότε άρχισε να βλέπει μπροστά της να περνάνε στρατιές οι ποιητές στα παλιά τα
καφενεία, στην «Ωραία Ελλάς», ο Παράσχος κι ο Ρίζος-Ραγκαβής να μιλούν για το
φεγγάρι, στον «Μαύρο Γάτο» (Chat Noir) μποέμ καιροί, πίνουν αψέντι και κονιάκ ο
Λαπαθιώτης, ο Βάρναλης κι ο Άγρας…