Οι κολίγοι (καλλιεργητές της γης) το 18ο και 19ο αιώνα
υποχρεώνονταν να δίνουν στο γαιοκτήμονα (αφέντη) το 1/3 ή το ½ των παραγόμενων καρπών, ενοίκιο για τη βοσκή των ζώων, μεγάλο αριθμό ορνίθων και προβάτων, αρκετή ποσότητα τυριού, βουτύρου, καυσόξυλα, πεπονιών, χόρτων και άχυρων.
Εκτός αυτού , έπρεπε να στέλνουν ένα θηλυκό μέλος της οικογένειας τους, για να ζυμώνει και να ψήνει το ψωμί της επιστασίας. Δεν επιτρεπόταν να απομακρύνονται από το χωριό χωρίς την άδεια του επιστάτη και δεν είχαν δικαίωμα να καλλιεργούν ξένες γαίες ούτε και να έχουν δικές τους.
Κατοικούσαν σε τρώγλες και πολλοί έτρωγαν μαζί με τα γαϊδούρια στο στάβλο. Με τη μάστιγα της έξωσης οδηγούνταν ομάδα στις κάλπες και ψήφιζαν τα πρόσωπα που υποδεικνύει ο αφέντης. Παλιότερα πωλούνταν και αγοράζονταν σαν ζώα μαζί με το κτήμα. Οσάκις υποδέχονταν τον αφέντη επισήμως, γονατιστοί σύρονταν, χτυπούσαν το χώμα με το μέτωπο τρεις φορές και φιλούσαν το αριστερό του πόδι. Οι αφέντες εξουσίαζαν το σώμα των γυναικών και των θυγατέρων των κολίγων…
Οι μεγάλες πιέσει και η εξαχρείωση οδήγησαν στο αγροτικό κίνημα, του οποίου η κορύφωση τοποθετείτε στο Κιλελέρ το 1910.
Ο άνθρωπος που ζει στην εξαθλίωση ο λαός μας συνηθίζει να λέει ότι «ζει σαν κολίγας»…
Η μουσίτσα