Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Λάτα… ξεγάνωτη!!!


Λάτα είναι ο τενεκές, η λαμαρίνα και κατ’ επέκταση το μεταλλικό δοχείο, ιδίως δε το δοχείο που χρησιμοποιούσαν μέχρι πριν λίγες δεκαετίες για να μεταφέρουν καθημερινά το νερό από την βρύση του χωριού στο σπίτι...

Δάνειο από το ιταλικό latta, είναι λέξη κυρίως των Επτανήσων και της Πελοποννήσου. Και λάτινος, ο τενεκεδένιος.
Θέλοντας να δείξει τρόπους αποφυγής της σαρακοστιανής νηστείας σε μια εποχή που η τήρησή της ήταν σχεδόν υποχρεωτική στην επαρχία ο Λασκαράτος σε ένα σατιρικό του ποίημα γράφει: «Κυνήγι βρίσκεις εις κάθε ράχη / και πηχτόγαλο λάτες έχει ο Φώτης» (το μπακάλικο. Ο Βάρναλης σε ένα χρονογράφημα με αναμνήσεις από την εξορία γράφει για έναν μοραϊτη συνεξόριστό  του που αποκαλούσε λάτα το τσίγκινο κύπελλό του – λέξη άγνωστη για τον ίδιο. Πιο κοντά σρις μέρες μας, ο Στάθης Σταθόπουλος γράφει ότι στην Κατοχή οι μαυραγορίτες «δίνανε δυο λάτες λάδι για να πάρουν το σπίτι».
Η λέξη ακούγεται και σήμερα στα μέρη εκείνα μάλιστα λατάκια λέγονται τα κουτάκια της μπίρας και των αναψυκτικών.


(Λέξεις που χάνονται, του Νίκου Σαραντάκου, από το ΒΗΜΑ)