Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018

Τελικά η πείνα όντως προκαλεί νεύρα…



Τον περίπλοκο μηχανισμό πίσω από το αίσθημα...
εκνευρισμού που αισθανόμαστε όταν πολύ πεινασμένοι αναλύουν ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας.
Σε άρθρο που δημοσίευσαν στο επιστημονικό έντυπο Emotion, υποστηρίζουν ότι ο συνδυασμός πείνας και εκνευρισμού μπορεί να είναι μια περίπλοκη συναισθηματική αντίδραση που περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση βιολογίας, προσωπικότητας και περιβαλλοντικών στοιχείων.
«Όλοι γνωρίζομε ότι η πείνα καμιά φορά επηρεάζει τα συναισθήματά μας και τις αντιλήψεις μας για τον κόσμο γύρω μας, αλλά μόλις πρόσφατα η ευερεθιστότητα λόγω πείνας βρήκε τη θέση και στα λεξικά. Ο σκοπός της μελέτης ήταν να κατανοήσουμε καλύτερα τους ψυχολογικούς μηχανισμούς των από την πείνα επαγόμενων συναισθηματικών αντιδράσεων», εξηγεί η Τζένιφερ Μακ Κορμακ, διδακτορική φοιτήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας και Νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας.
Όταν κάποιος αισθάνεται πείνα, υπάρχουν δύο βασικά στοιχεία που καθορίζουν αν η πείνα θα συνεχίσει να προκαλεί αρνητικά συναισθήματα ή όχι: το πλαίσιο και η αυτογνωσία.
«Δεν πεινάς απλώς και βγαίνεις εκτός εαυτού. Όλοι πεινάμε και θεωρούμε δυσάρεστο το αίσθημα της πείνας και μόλις φάμε κάτι αισθανόμαστε καλύτερα. Ο συνδυασμός πείνας και εκνευρισμού συμβαίνει όταν αισθανόμαστε άσχημα λόγω πείνας αλλά το αίσθημα αυτό ερμηνεύεται ως κάποιο ισχυρό συναίσθημα για τους άλλους ανθρώπους ή την κατάσταση στην οποία βρίσκονται», εξηγεί η επίκουρη καθηγήτρια Κριστεν Λιντκουιστ και συγγραφέας της μελέτης.
Οι ερευνητές αρχικά έκαναν δύο online πειράματα σε πάνω από 400 άτομα στις ΗΠΑ. Ανάλογα το πείραμα, οι συμμετέχοντες είδαν μια φωτογραφία σχεδιασμένη να προκαλεί θετικά, ουδέτερα και αρνητικά συναισθήματα. Στη συνέχεια τους έδειξαν ένα κινέζικο ιδεόγραμμα και τους ζήτησαν να το βαθμολογήσουν σε μια κλίμακα από το 0 έως το 7, πόσο ευχάριστο ή μη ήταν. Επίσης, έπρεπε να αναφέρουν πόσο πεινασμένοι αισθάνονταν.
Οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι όσο πιο πεινασμένοι ήταν οι εθελοντές τόσο πιθανότερο ήταν να βαθμολογήσουν αρνητικά το κινέζικο ιδεόγραμμα, αλλά μόνο όταν πριν είχαν δει μια εικόνα με αρνητική χροιά. «Η ιδέα εδώ είναι ότι οι αρνητικές εικόνες παρέχουν ένα πλαίσιο στο άτομο να ερμηνεύσει το αίσθημα της πείνας ως δυσάρεστο. Άρα κάτι ιδιαίτερο υπάρχει με τις δυσάρεστες καταστάσεις που κάνει τους ανθρώπους να επηρεάζονται περισσότερο από το αίσθημα της πείνας παρά από ευχάριστες ή ουδέτερες καταστάσεις», σύμφωνα με την Μακ Κορμακ.
Αλλά παίζει ρόλο και το επίπεδο συναισθηματικής αυτογνωσίας του ατόμου που παίζει ρόλο. Τα άτομα που έχουν μεγαλύτερη επίγνωση ότι η πείνα τους εκδηλώνεται συναισθηματικά είναι λιγότερο πιθανό να εκνευριστούν.
Σε εργαστηριακό πείραμα με πάνω από 200 φοιτητές, οι ερευνητές τους ζήτησαν είτε να έχουν φάει, είτε να μείνουν νηστικοί. Αφού ζητήθηκε από μερικούς φοιτητές να συμπληρώσουν μια άσκηση γραφής σχεδιασμένη να τους κάνει να επικεντρωθούν στα συναισθήματά τους, το σύνολο των φοιτητών πήρε μέρος σε ένα σενάριο σχεδιασμένο να προκαλέσει αρνητικά συναισθήματα. Συγκεκριμένα, έπρεπε να συμπληρώσουν μια δύσκολη άσκηση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή προγραμματισμένο μάλιστα να κρασάρει λίγο πριν ολοκληρώσουν τη δουλειά. Στη συνέχεια ένας από τους ερευνητές μπήκε στην αίθουσα και κατηγόρησε κάθε έναν από τους φοιτητές για το κρασάρισμα του υπολογιστή.
Στη συνέχεια, οι εθελοντές κλήθηκαν να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια για τα συναισθήματά τους και την άποψή τους για την ποιότητα του πειράματος. Οι πεινασμένοι φοιτητές ανέφεραν πιο δυσάρεστα συναισθήματα, όπως άγχος και μίσος,. Επίσης πίστευαν ότι ο ερευνητής που οργάνωσε το πείραμα ήταν πιο επικριτικός ή σκληρός. Οι φοιτητές που είχαν χρόνο να σκεφτούν τα συναισθήματά τους, ακόμα και όταν ήταν πεινασμένοι, δεν παρουσίασαν αλλαγές στα συναισθήματα ή τις κοινωνικές τους αντιλήψεις.
«Η μελέτη επικεντρώνεται στη σχέση σώματος-μυαλού. Το σώμα μας παίζει καθοριστικό ρόλο στις εμπειρίες μας κάθε στιγμή, στις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές μας, αν είμαστε πεινασμένοι ή χορτάτοι, κουρασμένοι ή ξεκούραστοι, υγιείς ή άρρωστοι. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να φροντίζουμε το σώμα μας, να προσέχουμε στα σήματα που μας στέλνει επειδή έχουν σημασία όχι μόνο για τη μακροπρόθεσμη ψυχική μας υγεία, αλλά και για την καθημερινή ποιότητα των ψυχολογικών μας εμπειριών, των κοινωνικών σχέσεων και την επαγγελματική μας επίδοση», καταλήγει η Τζένιφερ Μακ Κορμακ. (patrisnews.com)