Ο ήλιος , χαμόγελο μωρού, τον
κοίταζε κρυφά πίσω από την κορυφογραμμή - γυναίκα που ονειροπολεί ξαπλωμένη στα
μωβ...
Λένε πως ο
άνθρωπος ως λογικό ον μπορεί να καθορίσει τη μοίρα του, ξεχνούν όμως πως η
πλάνη είναι η αποτίμηση της λογικής, μιας και διαφορετικά η λογική δε θα' χε
καμια δυνατότητα διάκρισης. Πόσο ακατανόητο έγινε το αυτονόητο, πόσο δύσκολο το
εύκολο, πόσο πολύπλοκο το απλό, πόσο υποχώρησαν οι αισθήσεις και οι κινήσεις
του κορμιού.
Οι
πολιτισμένοι άνθρωποι περπατάνε για άσκηση πια, όχι από ανάγκη, εκεί που συζεί,
που δένεται το κορμί με την πλάση. Αντί να σκύψεις να μυρίσεις ένα λουλούδι ή
να σκαλίσεις τη γη, κάνεις επικύψεις σαν μαλάκας μέσα σ' ένα κουτί από μπετόν,
ή...τρέχεις πάνω σ' ένα σταματημένο ποδήλατο. Τέτοια συμπεριφορά απέναντι σ'
αυτό το ευγενικό τεχνούργημα που, μετά το κάρο, το άλογο, το μουλάρι, το
γάιδαρο, χάρισε τα ωραιότερα ταξίδια στον άνθρωπο περπατώντας τον μέσα
στη φύση και στη ζωή, και όχι μέσα στο χρόνο.
Χαμογέλασε.
Το πρόσωπο του Μαθιού ήρθε φάτσα στον καθρέφτη της μνήμης του κι ο νόστος βαθύς
τον κατέλαβε: " Τι τις θέλεις τις ιδεολογίες και τις θεωρίες; Δες, αν
μπορείς, απ' έξω μια μέρα των ανθρώπων, και θα πάρεις τα βουνά". Του'
λειπαν εκείνα τα τρυφερά δειλινά, όπως και ο λόγος του Μαθιού. Δυστυχώς, ήταν η
τελευταία φορά που τον είδε. Ο θάνατός του, όπως και η ζωή του, στάθηκε ένα
παράλογο γεγονός.
Ξύπνησε
βαρύθυμος και κουρασμένος. Ήταν καιρός τώρα που σέρνονταν πάλι σε μιαν άνυδρη
έρημο αισθήσεων και συναισθημάτων. Ως και οι γυναίκες ακόμα, που τις λάτρευε,
όπως έλεγαν, τον άφηναν αδιάφορο.
Παρά τη
βεβαιότητα του Μαθιού, " θα έρθει, αφού τη θέλεις πραγματικά" αυτή η
περίφημη Καθολική Επικοινωνία, όπως την έλεγε, δε φαινόταν πουθενά.
Βέβαια, ο
Μαθιός είπε και τ' άλλο: " Θα σου' ρθει όταν θα' σαι έτοιμος, όταν θα
μάθεις να ερωτεύεσαι πραγματικά, όταν δηλαδή θα καταλάβεις πως το βάθος, η
ποιότητα μιας ερωτικής σχέσης, δεν κρίνεται από την αρχή της αλλά από το τέλος
της, όταν θα μάθεις να αγαπάς τον άλλο, όχι γιατί σε κάνει ευτυχισμένο, αλλά
γιατί είναι ικανός για την ευτυχία, όταν κι οι δυο, φορτωμένοι μπαχαρικά,
εξωτικά αρώματα και γιρλάντες εξαίσιας μνήμης, θα αναχωρούν για νέα ταξίδια,
όπου οι πληγές γίνονται τριαντάφυλλα.
Μα αυτό
απαιτεί την ύψιστη εντιμότητα της ψυχής σου: Να απαλλάξεις την αγάπη σου από
τον εγωισμό της. Τότε είναι σίγουρο πως, παρά τις τρέλες που θα κάνουν τα
συναισθήματα, στο τέλος θα μείνει ένα απόσταγμα ακριβό, συρμαγιά πλούσια και
φανταχτερή για ένα νέο σεργιάνι, κατά τις επιθυμίες σου. Μόνο οι εξουσιαστικές
σχέσεις αφήνουν πίσω τ΄άπλυτά τους κι ο κόσμος γίνεται φτωχότερος'.
Μα αυτός, σε
κάθε ερωτική αποτυχία ή εγκατάλειψη ή, έστω, απόρριψη, ακόμα φθονούσε, πονούσε,
μισούσε.
Όμως απόψε,
η τρυφερότητα του δειλινού χαλάρωνε τις αισθήσεις του και τις κολυμπούσε στην
ομορφιά του τοπίου.
Ξαφνικά,
ένιωσε πως όλον αυτόν τον καιρό, που σέρνονταν με υπνωτισμένο κορμί στα όρια
της επιβίωσης, μέσα σ' αυτό το θάνατο των αισθήσεων και των συναισθημάτων,
είχαν εξαφανιστεί και τα αρνητικά, όπως τα έλεγε ο Μαθιός, συναισθήματα.
Βγήκε η
σελήνη. Λαμπερή τού χαμογελούσε πίσω από το πεύκο. Ένιωθε νιογέννητος, καθαρός.
Ένιωσε το κορμί του να λάμπει, να πάλλεται. Δε ζήλευε κανέναν, δεν ήθελε να
μοιάσει κανενός, και κανενός δεν ήθελε το έχει. Ήθελε να' ναι Αυτός, ο
χαμογελαστός μάγκας πιτσιρικάς.
Ανοιξιάτικο
δειλινό, χρώματα, οσμές, απαλοί ήχοι, η παιδική σου ανάσα. Πώς μάθαμε ν'
ανοίγουμε τα χείλη μας ο ένας στο στόμα του άλλου. Γιρλάντες γιασεμί, το πρώτο
αστέρι, σε κρατώ από τη μέση και συ κρέμεσαι από το λαιμό μου. "
Βιολέεετααα" η φωνή της μάνας σου.
Ένα δάγκωμα
στα χείλη, " έρχομαι, μαμά", και το κοκαλάκι της πλεξούδας σου ,
λευκό μέσα στην νύχτα των μαλλιών σου, όπως και το γιασεμί, έπαιζε τρεχαλητό
στο σκοτάδι...
Χαμογέλασε. Παιδικός έρωτας. Ο πρώτος αγιασμός της ψυχής μας.
Χρόνης Μίσσιος
(thessalonikiartsandculture)