Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

Είναι φάρμακο κατά της κατάθλιψης ο έρωτας;



Ο Επίκουρος έλεγε: “Όταν εμείς είμαστε εδώ και ζούμε...
ο θάνατος είναι μακριά.” Όπως αναφέρει και ο Υalom στο βιβλίο του “Στον κήπο του Επίκουρου”, όχι με την έννοια του να ξορκίσουμε το θάνατο ή να κάνουμε πως δεν υπάρχει, μιας και ο θάνατος είναι το μόνο σίγουρο και τετελεσμένο της ύπαρξης, αλλά συνειδητοποιώντας τη θνητότητά μας, να μπορέσουμε να απολαύσουμε και να ζήσουμε ευχάριστα & αγαπητικά τη ζωή μας.
Συναντώ κάθε μέρα ανθρώπους που αποφεύγουν το θάνατο μέσω της αποφυγής δυσάρεστων καταστάσεων χωρίς επεξεργασία, της υπερκατανάλωσης αγαθών, όπου κανείς δεν χορταίνει εντελώς, μέσω της επίσκεψης στους πλαστικούς χειρουργούς και πολλών άλλων, μήπως και πείσουν τους εαυτούς τους ότι ο θάνατος δε θα τους αγγίξει. Αυτό που δε συνειδητοποιούν όμως είναι ότι αποφεύγοντας το θάνατο, αποφεύγουν και τη ζωή, γιατί πεθαίνουν λίγο λίγο κάθε μέρα.
“Η ζωή – όπως έλεγε και ο αείμνηστος Λιαντίνης – είναι ένας στίβος πιθανοτήτων, μια ανοιχτή δυνατότητα ότι τα πάντα μπορούν να συμβούν…”
Χάνουν τη χαρά της έκπληξης (του απρόβλεπτου), τη χαρά ότι είναι υγιείς και γερνούν και μπορούν να απολαύσουν τις ρυτίδες τους ως κληρονομιά εμπειριών ζωής. Χάνουν τη δυνατότητα να μπορούν να χαίρονται τον εαυτό τους, όπως είναι, με τα καλά και τα δυσάρεστα της κάθε ηλικιακής φάσης, κατορθώνοντας έτσι ακόμα και από τα δυσάρεστα βιώματα να αποκομίσουν κάτι κάλο και γόνιμο για τους ίδιους.
Έτσι, με μαθηματική ακρίβεια, οδηγούνται στην κατάθλιψη και στη μοιραία παράδοση στο πεπρωμένο, μην παίρνοντας τα ηνία της ζωής τους…
Επομένως, η απάντηση στο θάνατο δεν είναι η μάταιη απάρνησή του. Η απάντηση που αντιστοιχεί στην κατάθλιψη και το θάνατο είναι ο έρωτας. Ο θάνατος είναι το μηδέν και ο έρωτας το είναι. Ο έρωτας με την έννοια του ερωτισμού, της ερωτικής στάσης απέναντι στη ζωή.
Βάζω ερωτισμό στη ζωή σε ότι κάνω…
στη δουλειά μου, στη σχέση μου με το παιδί μου, το σύντροφό μου, με το συνάδελφο, με το φίλο. Ερωτισμό βάζει η καλή μαγείρισσα στο φαγητό της, γιατί κανένα φαγητό δεν μπορεί να βγει νόστιμο, αν δεν υπάρξουν συστατικά όπως το μεράκι και το νοιάξιμο.
Ζωή χωρίς ερωτισμό είναι πικρή, άγευστη, βαρετή. Ο θάνατος είναι αναμεμειγμένος με τη ζωή. Δεν υπάρχει ζωή χωρίς θάνατο και θάνατος χωρίς ζωή. Όπως δεν υπάρχει πόνος χωρίς χαρά και το αντίστροφο.
Ακόμα και στη φύση βλέπουμε αυτή την εναλλαγή, με τις σκοτεινές νύχτες και τα υπέρλαμπρα πρωινά. Άλλωστε, μέχρι να συναντήσουμε τον οριστικό, τον απόλυτο θάνατο, συναντάμε μικρούς θανάτους κατά την πορεία της ζωής μας. Όχι μόνο με την έννοια της απώλειας, άλλα με την ταχεία εναλλαγή κύκλων που κλείνουν και άλλων που ανοίγουν.
Το παιδί που αφήνει την πατρική εστία για να πάει να σπουδάσει ή να ανοίξει το δικό του σπιτικό είναι μια απώλεια για το γονιό, το κλείσιμο ενός κύκλου ζωής. Είναι όμως και ένα μεγάλο “ΝΑΙ” στη ζωή, μια δέσμευση, μια εξέλιξη, ένα προχώρημα, ένα προσωπικό στοίχημα του νεαρού ενήλικα για να σταθεί μόνος στη ζωή και να τον καμαρώσουν και απολαύσουν οι γονείς του.
Το εφήμερο της ζωής είναι που προσκαλεί για βίωμα με αυθεντικά ερωτικό τρόπο. Οι – θεοί του Ολύμπου – προσπαθούσαν να δημιουργήσουν ίντριγκες και παρουσιάζονται από τη μυθολογία ότι ζούσαν μια ζωή ανιαρή, διότι γνώριζαν πως είναι αθάνατοι. Αυτό το τέλος λοιπόν είναι που προστάζει να ζήσουμε τη ζωή μας με τέλος , δηλαδή με σκοπό. Μιας και το τέλος έχει διττή σημασία, σημαίνει το τέρμα, άλλα και το σκοπό.
Η απάντηση στην κατάθλιψη και το θάνατο είναι η επένδυση σε καλές και υγιείς σχέσεις, να φροντίζουμε τις σχέσεις μας , όπως φροντίζουμε τα λουλούδια στην αυλή μας για να μη μαραθούν, να μην πεθάνουν. Να βάζουμε ερωτισμό και αγάπη σε ό, τι κάνουμε, να αφουγκραζόμαστε ακόμα και τα δυσάρεστα συναισθήματά μας και να τα επεξεργαζόμαστε, γιατί είναι αυτά που υποδηλώνουν την ανθρώπινη μας διάσταση και τη θνητότητά μας και συνηγορούν στην ανάπτυξη και την ολοκλήρωση, να βρούμε ένα προσωπικό νόημα ζωής και να το υπηρετήσουμε. Όπως στα μεγάλα ναι και τα μεγάλα όχι του Καβάφη, ας πούμε ένα μεγάλο «ΝΑΙ»  στη ζωή.

Το άρθρο υπογράφει η Βιβή Γεωργίου – Ψυχολόγος Υγείας (Μsc) Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών