Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2012

Αγύρτης

Αγύρται (από το αγείρω= συγκεντρώνω) κατά την αρχαιότητα, ονομάζονταν οι επαίτες μάντεις και οι ιερείς, που καλούσαν τους πιστούς σε λατρευτικές συνάξεις (αγερμούς) στις οποίες διενεργούσαν εράνους τροφίμων και χρημάτων για τη λατρεία των θεών.
Με την πάροδο των χρόνων αγύρτες χαρακτηρίστηκαν κι εκείνοι που γυρίζοντας από τόπο σε τόπο, προφήτευαν το μέλλον , έκαναν καθαρμούς και ιεροτελεστίες στους προληπτικούς, υπόσχονταν άφεση αμαρτιών, αναλάμβαναν τη θεραπεία ανίατων ασθενειών και την τιμωρία προσωπικών εχθρών επί πληρωμή.

Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους είχαν κυριολεκτικά αποχαλινωθεί τόσο, ώστε οι Αρχές αναγκάστηκαν να πάρουν μέτρα εναντίον τους. Κάποιοι από αυτούς κατάφεραν αργότερα να αναμειχθούν στην πολιτική ζωή του βυζαντινού κράτους και να επηρεάσουν αποφάσεις αυτοκρατόρων σε κρίσιμα θέματα.
Στα τέλη του 16ου αιώνα η «αγυρτεία» ακμάζει σε όλη την Ευρώπη. Οι αγύρτες είχαν οργανωθεί σε κομπανίες με ειδικότητες, ώστε με καταμερισμένη πλέον την εργασία τους, να μπορούν να εξαπατούν πιο εύκολα και πιο συστηματικά τους αφελείς.
Η περιπλάνηση τους πραγματοποιώντας φυτοθεραπείες, μαγγανείες και άλλα τεχνάσματα, προέκυψε η σημασία του απατεώνα, του λαοπλάνου, του τσαρλατάνου, του  ανθρώπου που προσπαθεί να εξαπατήσει άλλους, υποσχόμενος διάφορα στους αφελείς και απλοϊκούς, αντί ανταλλάγματος.
Η μουσίτσα