Πέμπτη 4 Ιουνίου 2020

«Ξεφυλλίζοντας το λεύκωμα της Κάλλης», συντροφιά με την Εύη Τσιτιρίδου-Χριστοφορίδου…



Από μικρή ήθελε να κάνει κάτι που πραγματικά θα ήταν...
ο εαυτός της. Αγαπούσε τα βιβλία, το θέατρο και λάτρευε την συγγραφή. Προτεραιότητά της η προσφορά στον άνθρωπο… Πιστεύω ότι κατάφερε να τα πετύχει όλα όσα ονειρευότανε… Και να ξεκινήσει ένα όμορφο ταξίδι…
Ένα ταξίδι που ξεκινά από τα παιδικά μας χρόνια, τότε που κάναμε όνειρα, πλάθαμε ιστορίες για το αύριο και γράφαμε τα πάντα στο «Λεύκωμά μας».

Εσείς, είχατε λεύκωμα;
Δεν είχα λεύκωμα. Προτιμούσα κατά καιρούς να κρατώ ημερολόγιο. Και είχα πολλά, πάρα πολλά τετράδια, όπου συνήθιζα να αντιγράφω αποσπάσματα από βιβλία που διάβαζα και μου άρεσαν ιδιαίτερα και στίχους αγαπημένων μου τραγουδιών. Μιλάμε για ντουλάπια γεμάτα τέτοια τετράδια…

Που το κρύβατε συνήθως;
Δεν τα έκρυβα ακριβώς. Απλά είχα τη δική μου μικρή βιβλιοθήκη στο δωμάτιό μου και τα τοποθετούσα εκεί. Όχι σε κοινή θέα ασφαλώς. Αλλά δεν υπήρχε «κίνδυνος» να παραβιαστούν τα προσωπικά μου δεδομένα, αυτός ήταν άγραφος κανόνας σε συνεχή ισχύ στην οικογένεια.

Πως ήταν το παιδικό σας δωμάτιο;
Πολύ απλό και χρηστικό. Με τα βασικά, απαραίτητα έπιπλα. Φωτεινό, έβλεπε στην πίσω μεριά του σπιτιού, υπήρχαν λίγες μονοκατοικίες και αρκετά άδεια οικόπεδα με δέντρα και αγριολούλουδα εκείνα τα χρόνια στη Νέα Σμύρνη. Τώρα όλα έχουν καλυφθεί από πολυκατοικίες.

Ποια περιοδικά διαβάζατε;
Δεν διάβαζα συστηματικά κάποια περιοδικά, ήμουν πάντα περισσότερο του βιβλίου. Αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να μπει οποιοδήποτε έντυπο στο σπίτι και να μην το περιεργαστώ.

Ποιο ήταν το επάγγελμα που θέλατε να κάνετε;
Τα πράγματα με τα οποία ήθελα από παιδί να ασχοληθώ στη ζωή μου δεν τα αντιμετώπιζα ακριβώς ως επάγγελμα με την τυπική έννοια της λέξης. Δεν σκεφτόμουν τόσο την οικονομική και κοινωνική τους διάσταση, αλλά το πώς εγώ θα ήμουν πραγματικά ο εαυτός μου μέσα σε αυτά. Ήθελα να είμαι ευτυχισμένη με τις επιλογές μου, για να μπορώ να κάνω και άλλους ευτυχισμένους. Η διάσταση της προσφοράς στους ανθρώπους ήταν πάντα προτεραιότητα για μένα. Συγγραφέας ήθελα να γίνω από παιδί, αλλά δεν το θεωρούσα τόσο επάγγελμα όσο στόχο και νόημα ζωής. Τα δύο επαγγέλματα που είχα διαλέξει, αγαπούσα και ακόμη αγαπώ πολύ αλλά δεν κατάφερα να ασκήσω, είναι φαροφύλακας και αρχαιολόγος.

Ποιο ήταν το πρώτο βιβλίο που γράψατε;
Ξεκίνησα με κείμενα σε περιοδικά, ρεπορτάζ, αρθρογραφία, μεταφράσεις. Το πρώτο κείμενό μου που είδα τυπωμένο ήταν το 1993, στο περιοδικό «Νέα Οικολογία». Το πρώτο βιβλίο που επιμελήθηκα και εκδόθηκε ήταν τα «Παραμύθια της Ίμβρου», το 2005, από τις Εκδόσεις Ακρίτας που δεν υφίστανται πια. Το πρώτο δικό μου βιβλίο που συνδύαζε μυθοπλασία και προτάσεις για εκπαιδευτικές δραστηριότητες ήταν η «Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη», το 2011, από τις Εκδόσεις Πατάκη.

Θυμάστε την πρώτη παρουσίαση βιβλίου σας;
Θυμάμαι στιγμές, με εικόνα, λόγο, ήχο και πολλά διαφορετικά συναισθήματα από όλες μου τις παρουσιάσεις και εκδηλώσεις με αφορμή βιβλία δικά μου και άλλων. Είναι ένας διαρκής αγώνας για μένα η έκθεση στο κοινό. Γιατί ανεξάρτητα από τι βγαίνει προς τα έξω και τι καταφέρνω ή δεν καταφέρνω να εισπράττει το κοινό, εγώ κάθε φορά κάνω μια υπερπροσπάθεια να ξεπεράσω τον εσωστρεφή και μοναχικό εαυτό μου…

Ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο;
Αυτή η ερώτηση δεν απαντιέται εύκολα, ως γνωστό. Και αδικεί και τα βιβλία, γιατί η απάντηση μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με τη φάση ζωής που βρίσκεται κάθε φορά ο ερωτώμενος. Έχω εκατοντάδες αγαπημένα βιβλία τόσο από την ελληνική όσο και από την παγκόσμια λογοτεχνία (και όχι μόνο)…Αν ρωτάτε για τα δικά μου βιβλία, ισχύει το «ένας γονιός δεν ξεχωρίζει κανένα από τα παιδιά του, όλα τα αγαπά το ίδιο». Για διαφορετικούς ίσως λόγους, αλλά το ίδιο.

Ποια ήταν η αγαπημένη σας ταινία στα εφηβικά σας χρόνια;
Που με πάτε τώρα! Οι ταινίες που συνήθως μου άρεσαν και με εντυπωσίαζαν είχαν και πάλι σχέση με ιστορίες από βιβλία. Αν και το θεωρώ ιδιαίτερα δύσκολο μια ταινία να αποδώσει ικανοποιητικά και εύστοχα το περιεχόμενο ενός βιβλίου. Αλλά μια που με γυρίσατε πολλά χρόνια πίσω, θα αναφέρω την πρώτη ταινία που μου ήρθε στο μυαλό: «Μόμπι Ντικ» του Τζον Χιούστον με τον Γκρέγκορι Πεκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο, από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Χέρμαν Μέλβιλ.

Σινεμά ή θέατρο;
Αγαπώ πολύ και τα δύο, αλλά δηλώνω εσαεί ερωτευμένη με το θέατρο. Το θεατρικό κείμενο με ενδιαφέρει πολύ, πάντα με έλκυε με τρόπο ακαταμάχητο. Είναι μαγευτικό για μένα το πώς λαμβάνει σάρκα και οστά στη σκηνή και στην ουσία δημιουργείται μια νέα σε κάθε παράσταση ζωή και δράση, από τις λέξεις.

Τηλεόραση παρακολουθούσατε; Ποιο ήταν το αγαπημένο σας σίριαλ;
Με την τηλεόραση δεν είχα ποτέ ιδιαίτερα «κολλητή» σχέση. Δύσκολα την παρακολουθούσα συστηματικά και αυτό εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα. Κυρίως κάποιες ταινίες βλέπω, ελάχιστες ενημερωτικές εκπομπές, κάποιες ευφάνταστες ταξιδιωτικές εκπομπές και ντοκιμαντέρ που με ξεκουράζουν. Ίσως επειδή πάντα ο χρόνος μου ήταν και είναι γεμάτος με δραστηριότητες εντός και εκτός σπιτιού, εθελοντικές και επαγγελματικές. Και στον ελεύθερο χρόνο μου προτιμούσα να βλέπω αγαπημένους ανθρώπους, να παρακολουθώ δράσεις πολιτισμού, ή να βγαίνω στη φύση, να ταξιδεύω. Μερικά σήριαλ τα είδα ετεροχρονισμένα. Για παράδειγμα, πέρυσι το καλοκαίρι, στις διακοπές, είδα την «Αίθουσα του θρόνου», σειρά βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Τάσου Αθανασιάδη. Και τώρα μόλις θυμήθηκα μία σειρά που έβλεπα ανελλιπώς όταν προβαλλόταν: «Πορφύρα και αίμα», διασκευή του βιβλίου του Κώστα Κυριαζή «Ρωμανός Δ΄ Διογένης», με τον Νίκο Βασταρδή, τη Βούλα Ζουμπουλάκη και το Δημήτρη Μυράτ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, το 1977, στην τότε ΥΕΝΕΔ. Τι σας λέω τώρα!

Αναμνήσεις ή όνειρα; Σε ποιο από τα δύο υπήρχαν περισσότερες αναφορές;
Αυτά τα δύο πάνε πάντα μαζί. Το ένα τροφοδοτεί το άλλο, με διάφορους τρόπους, σε διάφορους τόπους και χρόνους. Και διαμορφώνουν το παρόν και το μέλλον μας.

Ποια ευχή κάνατε, πριν πέσετε για ύπνο;
Να ξυπνήσω γερή και δυνατή, για να μπορώ να βοηθήσω ώστε να γίνει ο κόσμος λίγο καλύτερος, λίγο ομορφότερος, την επόμενη μέρα. Διαρκής και αμετάβλητη ευχή.

Περιγράψτε μας μια όμορφη ιστορία από τα παιδικά σας χρόνια… Την έχετε βάλει σε κάποιο βιβλίο σας;
Δεν θα πρωτοτυπήσω λέγοντας ότι τα βιβλία μας, τα γραπτά μας γενικά, είναι ψηφίδες του εαυτού μας μαζί με όλα τα εμφανή και γνώριμα αλλά και αόρατα, ανεπαίσθητα στοιχεία του εξωτερικού μας περιβάλλοντος, που συνδιαμορφώνουν και τον εαυτό μας και την πορεία μας στη ζωή. Τα παιδικά μας χρόνια είναι από μόνα τους ένα ξεχωριστό για τον καθένα βιβλίο, άλλοτε σε περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη της ψυχής μας, άλλοτε κρυμμένο στα πίσω συρτάρια της. Πότε πότε το φυλλομετρούμε, κάτι παραπάνω μας μαθαίνει για τον εαυτό μας, κάποιες φορές μπορεί να μας μπερδεύει, να μας πονά. Σημασία έχει να προχωράμε μπροστά και καθώς -αναπόφευκτα- μεγαλώνουμε, να καταφέρνουμε να αγαπάμε και τα θαύματα και τα τραύματα της ζωής μας το ίδιο αληθινά. Αυτή η προσωπική πορεία του καθενός μας ενδέχεται να είναι και η ομορφότερη ιστορία που θα πούμε ή θα γράψουμε ποτέ…


Η Εύη Τσιτιρίδου-Χριστοφορίδου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα, με καταγωγή από τον Πόντο και την Κρήτη. Σπούδασε Παιδαγωγικά και Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων. Έχει εργαστεί σε διάφορους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και σε μη κυβερνητικές οργανώσεις, με αντικείμενο την ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση παιδιών και ενηλίκων σε θέματα πολιτισμού και περιβάλλοντος. 
Για δεκαέξι χρόνια αρθρογραφούσε στο παιδικό ένθετο «Οι Ερευνητές πάνε παντού» της εφημερίδας Καθημερινή. Από το 2003 εργάζεται στη δημόσια εκπαίδευση.
Στο χώρο του παιδικού βιβλίου εμφανίζεται με παραμύθια, ιστορίες βραχείας φόρμας, διασκευές κλασικών έργων, βιβλία γνώσεων δραστηριοτήτων και ποίηση, από το 2005.
Έργα της έχουν βραβευτεί από τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά και την Εστία Νέας Σμύρνης.
Διατηρεί προσωπικό ιστολόγιο, όπου αποτυπώνει αποστάγματα της συγγραφικής και εκπαιδευτικής της δραστηριότητας.
e-mail: evitsitiridou@gmail.com        
blog: http://www.evitsitiridou.me     

(Για τον aylogyros news & την Καλλιόπη Γραμμένου)