Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Τα κουνελάκια της ηδονής…


«Ναι θρυλικέ μου Ράμπο. Είσαι ανίκητη», συμπλήρωσε η Φελίσια για να εισπράξει το σχόλιο του Λουκά.
«Γνωρίζεις πολύ καλά τι αγώνα έχει δώσει για να μείνει όρθια, και δεν είναι ωραίο να χλευάζεις τις πίκρες του άλλου. Και αν σε κάλεσα εδώ, είναι γιατί είμαι σίγουρος ότι...

σύντομα θα ξεκολλήσεις από την καριερίστικη φιλοσοφία σου και θα μετανιώσεις που άφησες τα χρόνια να φύγουν έτσι, χωρίς να ξαναπροσπαθήσεις».
«Σε σέβομαι και ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σου, αλλά πίστεψέ με δεν υπάρχει περίπτωση να γίνω το κουνελάκι κανενός. Όσο για την Ελένη, το ξέρεις ότι δίνω και τη ζωή μου γι’ αυτή. Απλά δεν θέλω να τη βλέπω να σκαλίζει τη στάχτη και να φέρνει στην επιφάνεια επικίνδυνες καύτρες του χθες» του απάντησε η Φελίσια για να πάρει η συζήτηση φωτιά.
«Κοριτσάκι μου έχω φάει τη ζωή μου πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις, τα αισθήματα και τις ενοχές. Ξέρω πότε ο άνθρωπος αδειάζει και ελευθερώνεται κάνοντας μονόλογο ή καταθέτοντας για πολλοστή φορά τη διαδρομή του στο στίβο της αγάπης και του έρωτα και ποτέ αντιδρά σπασμωδικά για να πνίξει τα λάθη μέσα στις αποχετεύσεις της καθημερινότητας και τα σκοτεινά σοκάκια της μοναξιά;».
Η Βαλίνα και εγώ τους παρακολουθούσαμε αμίλητοι φροντίζοντας πάντα να είναι τα ποτήρια τους γεμάτα και τα πιάτα με τα εδέσματα, έτοιμα προς κατανάλωση.
«Ωραία το λες, αλλά εγώ γιατί δεν μπορώ να δεχθώ αυτού του είδους τις ψυχικές αποδράσεις, όταν κάποιος κάποτε με διέγραψε από τη ζωή του γιατί δεν του κάλυπτα όπως έλεγε τις σεξουαλικές του ανάγκες;»
«Γιατί ήσουν απόλυτη και δεν έκανες διάλογο με το ταίρι σου. Μην ξεχνάς, ότι εσύ η ίδια μου είχες πει στο παρελθόν πως κύριο μέλημα σου ήταν η επαγγελματική σου καταξίωση και ότι η ερωτική σχέση ήταν ένα διάλειμμα από τις υποχρεώσεις σου. Έτσι δεν είναι;» τη ρώτησε με το ανάλογο ύφος.
«Φυσικά και δεν αναιρώ τι απόψεις μου και τα πιστεύω μου. Σε σχέση ήμουν και όχι σε καταναγκαστικά έργα. Ο κύριος ήξερε πολύ καλά τι ζητούσα και αν με αγαπούσε πραγματικά όπως έλεγε, θα έπρεπε να δείξει κατανόηση και να σεβαστεί τα θέλω μου».
«Εσύ, τα δικά του τα σεβάστηκες;»
«Σιγά μην είχε και θέλω. Ένας υπαλληλάκος της σειράς ήταν στη εταιρία, που μέσα από τη σχέση μας προσπάθησε να αναρριχηθεί σαν παράσιτο και να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις προσωπικές μου επιτυχίες», απάντησε, φανερώνοντας το μίσος που είχε μέσα της για εκείνον τον άνθρωπο.
«Και ο γελοίος, ήθελε και γκόμενα για να καλύπτει τις σεξουαλικές του ορμές. Ποιος, αυτός που τον σπίτωνα, τον τάιζα, τον κοίμιζα και τον κυκλοφορούσα στα καλύτερα στέκια».
«Ώπα, ώπα. Για μισό λεπτό», φώναξε ο Λουκάς με στόχο να της διακόψει τον πικρόχολο μονόλογο που ήταν έτοιμη να ξεκινήσει.
«Μήπως θυμάσαι τα λόγια που μου είπες όταν είχες έρθει στο γραφείο, μια μέρα μετά από το χωρισμό σας και την ιστορία που μου διηγήθηκες για την πρόταση γάμου που σου έκανε; Τα θυμάσαι;»
«Φυσικά, αλλά τι σχέση έχει αυτό με τη συζήτηση μας;», ρώτησε φανερά απορριμμένη.
«Αν δεν σου κάνει κόπο και αν δεν σε ενοχλεί φυσικά, είναι εύκολο να μας περιγράψεις εκείνη τη βραδιά;» της είπε με γαλήνιο ύφος κοιτάζοντάς την στα μάτια, καθώς της χάιδεψε τρυφερά το χέρι…


(απόσπασμα από το βιβλίο «ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΠΙΣΤΙΑΣ» του Παύλου Ανδριά, που  κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΑΜΒΟΣ, Χ. Τρικούπη 31, τηλ. 210-3300443)